(Ημιχρόνιο δεύτερο, δηλαδή συνέχεια από το πρώτο ημίχρονο)
Φυσικές καταστροφές, οικονομικές καταστροφές, προβλήματα υγείας, (άλλων ως επί το πλείστον) δύο βαριά επεισόδια υπερκόπωσης πέρασαν χωρίς επιπτώσεις, όχι όμως και μια κινηματογραφική ταινία, το περίφημο Matrix. Επί τρεις μήνες ο κόσμος μου ήταν στον αέρα. Γιατί αντιλήφθηκα με ενάργεια ότι ναι μεν αυτό που βίωνα ήταν αληθινό. Το εξασφάλιζε η βιβλιογραφία του παρελθόντος που είχα ξεκοκαλίσει και η επιβεβαίωση των συγχρόνων γερόντων με τους οποίους είχα διαρκή επαφή. Πόσο όμως αληθινή ήταν αυτή μου η αλήθεια; Κατάλαβα ότι δεν ήταν δυνατόν να είμαι βέβαιος και συμπέρανα μετά από πολύ σκέψη ότι μπορώ να είμαι βέβαιος μόνο στα πλαίσια των ανθρωπίνων δυνατοτήτων μου και ότι επιλέγω να θεωρώ αληθινό αυτό που δεν μπορώ να αποδείξω ότι δεν είναι αληθινό!
Τότε, ούτε που μου πέρασε από τον νου τι ρωγμή είχε ανοίξει στον ζωή μου! Απλώς το ερώτημα, τι είναι αληθινό ήρθε στο προσκήνιο της σκέψης μου και ήρθε και έμεινε. Γιατί πριν περάσουν λίγοι μήνες το θεολογικό οικοδόμημα της πίστης μου κατέρρευσε. Και κατέρρευσε σε πολλά επίπεδα και με πολλούς τρόπους ταυτοχρόνως. Δεν ήταν μόνο το πρόβλημα της Πτώσης που περιγράφω στον Πλανήτη της Θεολογίας. Ταυτόχρονα μελετώντας για την άλλη εργασία που έτρεχε παράλληλα όλα αυτά τα χρόνια, την Υπόθεση των Λογικών Κβάντων συνειδητοποίησα ότι το βίωμα δεν εξασφαλίζει την ορθότητα της ερμηνείας του. Είχα έρθει σε επαφή με το πρόβλημα της διάκρισης της ερμηνείας και της εξήγησης ενός πειράματος.
Δεν είχα ούτε τότε ούτε τώρα αμφιβολία για την αληθινότητα αυτών που εβίωνα όλα αυτά τα χρόνια, πρόκειται για ένα πλήθος θαυμαστών γεγονότων, αλλά συνειδητοποίησα ότι ο τρόπος που τα εξηγούσα, με όρους δηλαδή δράσης του θείου αλλά ακόμα περισσότερο η ερμηνεία που τα έδινα, με βάση την ασκητική παράδοση της Εκκλησίας, ήταν λανθασμένη. Ναι προσευχόμουν στον Χριστό, όμως αυτά τα οποία αισθανόμουν δεν είχαν πηγή τον Χριστό. Δεν ήταν αυταπάτη ούτε αυθυποβολή ούτε φυσικά ...δαιμονικά. Απλά ο Χριστός όπως και όλο το οικοδόμημα της χριστιανικής πίστης ήταν κάτι το ψευδές και επομένως αυτά που ζούσα εγώ αλλά και όσοι άλλοι είχαν παρόμοιες εμπειρίες, έπρεπε να εξηγηθούν αλλιώς και να ερμηνευθούν με διαφορετικούς τρόπους.
Όταν ξεκαθάρισα το θεολογικό τοπίο, κατάλαβα ότι δεν είχα άλλη επιλογή. Έπρεπε να σταματήσω, μέχρις ότου να αποκατασταθούν τα πράγματα, να καταλάβω τί είναι αυτό που έκανα, αν ήταν πράγματι αβλαβές, αν μπορούσα να το εξακολουθήσω με διαφορετικές προϋποθέσεις, σε κάθε περίπτωση έξω από τα εκκλησιαστικά πλαίσια. Πράγματι μια ωραία μέρα είπα, προσευχή τέλος και έτσι σταμάτησα να κάνω κομποσκοίνι. Και φυσικά ο τρόπος της ζωής μου, κληρικός σε ένα μοναστήρι δεν είχε πλέον νόημα. Να λέω και να κάνω πράγματα που δεν πιστεύω δεν είχε νόημα και δεν υπήρχε περίπτωση να το κάνω.
Γρήγορα βρέθηκα προ νέας εκπλήξεως που είχε πολύ ενδιαφέρον. Από την πρώτη αρχή της χειροτονίας μου εις διάκονο και στην συνέχεια ως ιερέα, κάθε φορά στην θεία λειτουργία εβίωνα το ίδιο βίωμα που περιέγραψα κατά την προσευχή. Όταν χειροτονήθηκα ήμουν ήδη αρκετά μεγάλος και αυτή η κατάσταση ήταν πια παγιωμένη. Λογαριάστε, από το 1985 μέχρι το 2006 έκανα στα σίγουρα δύο λειτουργίες την εβδομάδα και για πολλά χρόνια τουλάχιστον τρεις, πόσες λειτουργίες έκανα συνολικά. Όλες αυτές τις φορές με ελάχιστες εξαιρέσεις στην διάρκεια της λειτουργίας χανόμουν σε ένα άλλο κόσμο.
Φυσική συνέπεια ήταν να είμαι φοβερά κακός στο τυπικό. Ότι λάθος είναι δυνατόν να γίνει το έκανα, άπειρες φορές ρεζιλεύτηκα αλλά καμιά φορά δεν στενοχωρήθηκα, δεν το κρύβω περνούσα ωραία, παρ’ όλους τους φρικτούς πόνους που είχα στα πόδια. Φαντασθείτε λοιπόν την έκπληξή μου όταν διαπίστωσα ότι και στην νέα μου κατάσταση, όταν είχα πια σταματήσει να κάνω προσευχή, όταν πια θεωρούσα ότι όλα όσα έκανα στον ναό ήταν απλό θέατρο, εν τούτοις όποτε ήθελα, χωρίς καμιά δυσκολία μπορούσα να ξαναζώ την ίδια κατάσταση! Πλέον βεβαιώθηκα ότι, ό,τι πίστευα παλιά ήταν λάθος, ότι τα φαινόμενα που ζούσα κατά την προσευχή έχουν άλλη φυσική εξήγηση και σταδιακά, πέραν του ότι πέρασα αρκετά καλά σαν παπάς που δεν πιστεύει ούτε στον Χριστό ούτε στην Εκκλησία, βεβαιωνόμουν και εμπειρικά ότι οι νέες ερμηνείες που ανέπτυσσα είχαν σοβαρές πιθανότητες να είναι κοντά στην πραγματικότητα.
Το αποκορύφωμα ήρθε οκτώ χρόνια αργότερα, όταν μέσα από μια διαδικασία που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ξανά άρχισα να ασκώ την προσευχή με αποτελέσματα ακριβώς ίδια με αυτά που είχα παλιότερα! Σαν να μην πέρασε ούτε μια μέρα. Τώρα, μετά την έκδοση του Σοκ και Δέος μπορώ να προσεύχομαι με τρόπο που ξέρω ότι πολλοί μοναχοί και κληρικοί θα ήθελαν αλλά δεν μπορούν, που λέει ο λόγος ούτε στο όνειρό τους. Και μάλιστα και τώρα η προσευχή έχει τα ίδια ευεργετικά αποτελέσματα στην υπόλοιπη ζωή μου! Ήταν κάτι που πράγματι μου έλλειπε όλα αυτά τα χρόνια...
( Συνεχίζεται)