ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΕΠΑΦΗ ΝΟΥ ΕΓΚΕΦΑΛΟΥ
1.1. Εισαγωγή
Όλα δείχνουν ότι κάτω από τα πόδια μας κυοφορείται η επανάσταση που, μετά το διαδίκτυο και το έξυπνο τηλέφωνο, θα αλλάξει εκ νέου την ζωή μας. Οι εφαρμογές της Τεχνητής Νοημοσύνης. Μια ΤΝ που δεν μοιάζει σχεδόν καθόλου με την ΤΝ της επιστημονικής φαντασίας, αλλά και της προσδοκίας των ανθρώπων πριν από την δεκαετία του 2010. Σήμερα η ΤΝ αναπτύσσεται αν και ο τρόπος σύνδεσης, δηλαδή η διεπαφή, νου εγκεφάλου παραμένει άγνωστος. Μια ακόμα φανέρωση των δυνατοτήτων του ανθρωπίνου είδους, της ικανότητας να παρακάμπτει τα εμπόδια.
Η διεπαφή παραμένει άγνωστη αλλά η κατάσταση δεν είναι καθόλου ίδια. Τα τελευταία 20 χρόνια τα πράγματα άλλαξαν ριζικά και απόψεις που ήταν στο περιθώριο ή στο όριο μεταξύ επιστήμης και ψευδοεπιστήμης έγιναν αντικείμενο μελέτης κατά τεκμήριο επιστημονικής. Η έρευνα ξέφυγε από τις προκαταλήψεις μιας μηχανιστικής κοσμοθεωρίας και αναζητά νέες διεξόδους για να παρακάμψει τα εμπόδια. Κατά ένα περίεργο αλλά όχι ανεξήγητο τρόπο η διέξοδος αναζητείται εκεί που υπάρχει αδιέξοδο στον χώρο της φυσικής, στον χώρο της Κβαντικής Θεωρίας (ΚΒ) της Θεωρίας της Σχετικότητας (ΘΣ) της Κβαντικής Θεωρίας Πεδίου (ΚΘΠ) και της Κοσμολογίας. Στο παρόν κείμενο θα ασχοληθούμε με την ΚΘΠ γιατί μας εφοδιάζει με μια πολύτιμη έννοια, την έννοια του πεδίου και ειδικότερα του κβαντικού πεδίου.
Έχει λοιπόν παρουσιασθεί από ειδικούς επιστήμονες μια βεντάλια μοντέλων που επιχειρούν να περιγράψουν, επιστημονικά, τον τρόπο με τον οποίο συνδέονται οι εγκεφαλικές λειτουργίες με τον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου[1]. Είναι σαφής η μετατόπιση του ενδιαφέροντος ή καλύτερα η αντιστροφή του. Στο παρελθόν, σε όλες τις θρησκευτικές και φιλοσοφικές παραδόσεις το ερώτημα ήταν αναφορικά με την οντολογική προτεραιότητα της ψυχής έναντι του σώματος, αν πχ. η ζωή ξεκινά όταν “μπαίνει” η ψυχή στο σώμα και ο θάνατος έρχεται όταν αυτή “φεύγει”. Σήμερα το ερώτημα είναι αν ο ψυχικός κόσμος είναι ένα απλό παράγωγο των φυσικοχημικών διεργασιών που λαμβάνουν χώρα στον εγκέφαλο ή αν είναι κάτι επιπλέον, αν δηλαδή είναι μια φυσική μεν πραγματικότητα που έχει όμως διαφορετική οντολογική υπόσταση από αυτές.
Σε κάθε περίπτωση κινούμαστε στα όρια μιας νατουραλιστικής κατανόησης της ψυχής και του ψυχικού κόσμου. Από την μια υπάρχει η άποψη ότι με τα συνήθη εννοιολογικά εργαλεία μπορούμε να αναγάγουμε πλήρως τις νοητικές διεργασίες στις φυσικοχημικές και από την άλλη ότι η άμεση και πλήρης αναγωγή είναι ανέφικτη και χρειαζόμαστε μια ενδιάμεση διαδικασία. Αν και η πρώτη άποψη παραμένει δημοφιλής, δεν μπορεί να παρουσιάσει συγκεκριμένες προτάσεις για τον τρόπο με τον οποίο συμβαίνει αυτή η αναγωγή[2]. Υπάρχει ένα θεμελιώδες πρόβλημα: από την μια πλευρά, την νοητική, έχουμε μη μετρήσιμα μεγέθη και από την άλλη, τις φυσικοχημικές διεργασίες έχουμε μετρήσιμα μεγέθη. Οι αναγωγιστές τείνουν να αγνοούν ή να υποβαθμίζουν τα μη μετρήσιμα μεγέθη, κάτι που κάνει πολύ αδύναμες τις θέσεις τους.
Αν όμως ο νους δεν ανάγεται στις φυσικοχημικές διεργασίες παραμένοντας μια φυσική οντότητα, τότε θα πρέπει να ανάγεται σε μια άλλη φυσική οντότητα που πρέπει να υπάρχει στις τρέχουσες επιστημονικές θεωρίες, αλλά δεν περιορίζεται στις φυσικοχημικές διεργασίες. Για τον ρόλο αυτό υπάρχει ο κατάλληλος υποψήφιος. Υπάρχει μια φυσική οντότητα, ή ορθότερα ένα σύνολο τέτοιων οντοτήτων που ενώ είναι γνωστές στις επιστημονικές θεωρίες εν τούτοις έχουν ένα εξωπραγματικό, σχεδόν υπερφυσικό χαρακτήρα, ο οποίος επιδέχεται πολλαπλών ερμηνειών και για τον λόγο αυτό μέχρι σήμερα παραμένουν σημεία αντιλεγόμενα. Αναφερόμαστε στην έννοια των πεδίων και ειδικότερα των κβαντικών πεδίων. Αυτή η έννοια είναι κοινός παρονομαστής σχεδόν όλων των μη αναγωγιστικών μοντέλων διεπαφής νου και εγκεφάλου.
1.2. Πεδίο, μια μαγική έννοια
Στην φυσική[3] υπάρχει πράγματι μια έννοια, ή ορθότερα μια φυσική πραγματικότητα, που είναι στην κυριολεξία μαγική. Απλά όλοι, και οι φυσικοί, είμαστε τόσο εξοικειωμένοι μαζί της που την προσπερνάμε χωρίς να συνειδητοποιούμε την μαγεία της. Και αυτή είναι η έννοια-φυσική πραγματικότητα, το πεδίο. Το πεδίο λοιπόν είναι μια φυσική οντότητα η οποία δίνει:
α. σε κάθε σημείο του φυσικού χώρου και του χρόνου
β. σε μια κάποια φυσική οντότητα
γ. σε ένα φυσικό χαρακτηριστικό της
δ. σε κάθε χρονική στιγμή
ε. μια συγκεκριμένη τιμή.
Στα συνήθη πεδία η τιμή αυτή είναι ένα βαθμωτό μέγεθος ή διάνυσμα. Το πεδίο διαδίδεται στον χώρο με συγκεκριμένη ταχύτητα, και για τα πεδία θα συζητήσουμε εδώ είναι η ταχύτητα του φωτός. Είναι προφανές ότι σε κάθε σημείο του χώρου και του χρόνου μπορούν να υπάρχουν και υπάρχουν πολλά πεδία ταυτόχρονα, γιατί σε κάθε σημείο μπορούν να υπάρχουν περισσότερες από μία φυσικές οντότητες και η κάθε μια να έχει περισσότερα από ένα φυσικά χαρακτηριστικά.
Ένα πεδίο έχει κυματική μορφή, δηλαδή είναι μια αλληλουχία μεγίστων και ελαχίστων ή κορυφών και κοιλάδων. Η απόσταση μεταξύ δύο κορυφών ή δύο κοιλάδων είναι το μήκος κύματος του πεδίου. Η μαγεία του πεδίου έγκειται στο γεγονός ότι υπάρχει ένα εξηγητικό κενό. Αυτό θα γίνει άμεσα φανερό αν στρέψουμε την προσοχή μας σε κάτι με το οποίο είμαστε πλήρως εξοικειωμένοι, τόσο που δεν έχουμε αναρωτηθεί γιατί δεν πετάμε, τι μας κρατά κολλημένους στην Γη; Θα απαντήσουμε επειδή έχουμε βάρος, τι σημαίνει όμως αυτό. Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε έτοιμη την απάντηση, από τις σχολικές, τουλάχιστον, γνώσεις. Εξ αιτίας του πεδίου βαρύτητας της Γης.
Και πράγματι το πεδίο βαρύτητας[4] είναι το πιο γνωστό πεδίο, που όμως είναι εντελώς μαγικό. Με κάποιο τρόπο, χωρίς να φαίνεται χωρίς να το καταλαβαίνουμε δίδει σε κάθε σημείο του χώρου μια ιδιότητα που μας κάνει να αισθανόμαστε ότι έχουμε βάρος, το οποίο είναι κάτι διαφορετικό από την μάζα μας. Π.χ. ξέρουμε ότι στο διάστημα δεν έχουμε βάρος, αλλά δεν παύουμε να έχουμε μάζα. Πως γίνεται αυτό; Ουσιαστικά άγνωστο, είναι η μαγεία του πεδίου που λέγαμε προηγουμένως. Αυτό το ήξερε και ο Νεύτων, αυτός που περιέγραψε πρώτος το πεδίο βαρύτητας και ίσως δεν είναι άσχετο με το γεγονός ότι ασχολιώταν με τον αποκρυφισμό.
Ο Αϊνστάιν στην συνέχεια προσπάθησε να δώσει μια εξήγηση, δίνοντας μια γεωμετρική περιγραφή του πεδίου βαρύτητας, η μαγεία όμως παραμένει ίδια. Η μάζα παραμορφώνει τον χώρο, αλλά τελικά τι είναι ο χώρος και αλληλοεπιδρά με την μάζα; Επιπλέον εμπλέκεται και ο χρόνος κάτι που απαιτεί αυτόνομη ανάπτυξη, τώρα απλά το αναφέρουμε, και στρέφουμε την προσοχή μας σε ένα άλλο πεδίο, εξίσου γνωστό αλλά και πολύ πιο άγνωστο, το ηλετρομαγνητικό πεδίο (ΗΜΠ), που είναι η πύλη για τον κόσμο της Κβαντικής Θεωρίας Πεδίου, δηλαδή της Πυρηνικής Φυσικής.
Το ΗΜΠ είναι πολύ πιο μαγικό πεδίο από ότι το βαρυτικό πεδίο γιατί ισχύουν όσα είπαμε για το βαρυτικό, αλλά επιπλέον από αυτό εξαρτιέται τόσο η βιολογική μας υπόσταση όσο και ο πολιτισμός μας. Το ΗΜΠ είναι το φως, αλλά όχι μόνο. Όλες οι τεχνολογίες ανέπαφης επικοινωνίας οφείλονται στις ιδιότητές του αλλά και ατέλειωτες άλλες εφαρμογές. Ραδιόφωνο, τηλεόραση, κινητά, ακτίνες Χ, ακτίνες λέιζερ και ατέλειωτα άλλα, λειτουργούν χάρη στο γεγονός ότι το ΗΜΠ δίνει στον χώρο ή παίρνει από τον χώρο πολύ ειδικές ιδιότητες. Για το θέμα μας όμως είναι μαγικό γιατί επιπλέον αναδεικνύει μια κρυφή πτυχή της φύσης αλλά και τις υπέροχες ιδιότητες των μαθηματικών.
Ένα ΗΜΠ λοιπόν δημιουργείται όταν κινείται στον χώρο ένα ηλεκτρικό φορτίο. Από αυτό το ΗΜΠ παράγονται τα στοιχειώδη σωματίδια του φωτός, τα φωτόνια, με δύο τρόπους. Αν, κατά ένα μάλλον απίθανο τρόπο δεν υπάρχει κοντά ένα άλλο ΗΜΠ, δεν υπάρχει δηλαδή στην κοντινή περιοχή κάποιο άλλο κινούμενο ηλεκτρικό φορτίο, τότε το φορτίο αντιδρά στο πεδίο που το ίδιο αναπτύσσει και ως αποτέλεσμα είναι να παραχθεί ένα φωτόνιο το οποίο είναι και ο φορέας του πεδίου. Τι ακριβώς σημαίνει αυτό; Είναι ένα από τα πολλά αναπάντητα ερωτήματα που θα συναντήσουμε από εδώ και εμπρός.
Συνήθως όμως στην περιοχή του φορτίου μας υπάρχουν και άλλα κινούμενα ηλεκτρικά φορτία που παράγουν άλλα ΗΜΠ και έτσι καθώς αλληλοεπιδρούν μεταξύ τους παράγουν φωτόνια. Το φως που βλέπουμε είτε παρήχθη με τέτοιες διαδικασίες στον Ήλιο είτε παράγεται με διάφορους τεχνητούς τρόπους, πάλι με ανάλογες διαδικασίες. Η πλειοψηφία των επιστημόνων που ασχολούνται με τα ΗΜΠ ενδιαφέρονται για τις ατέλειωτες τεχνολογικές εφαρμογές τους. Υπάρχουν όμως και αυτοί που έχουν πιο θεωρητικές ανησυχίες και το ενδιαφέρον τους στρέφεται στην κατανόησή του, την μαθηματική περιγραφή του, αλλά και το νόημα, την σημασία αυτής της περιγραφής.
Το ΗΜΠ είναι η σύνθεση ενός ηλεκτρικού και ενός μαγνητικού πεδίου. Το μέγεθος της έντασής τους σε ένα σημείο, δηλαδή το πόσο ισχυρά είναι στο σημείο αυτό περιγράφουν οι περίφημες εξισώσεις του Maxwel. Τα πράγματα όμως γίνονται περίπλοκα όταν έχουμε ένα φορτίο που κινείται μέσα στο πεδίο με ταχύτητες κοντά σε αυτήν του φωτός. Η κατάσταση αλλάζει ριζικά γιατί, εφόσον πρέπει να έχουμε διατήρηση της ενέργειας, η μάζα μεταβάλλεται μαζί με την ταχύτητα σύμφωνα με την πολύ γνωστή εξίσωση
E=m.c2 και εισερχόμαστε στον κόσμο της Θεωρίας της Σχετικότητας.
Φανταστείτε την εικόνα, ένα ηλεκτρικό φορτίο να τρέχει μέσα σε ένα ΗΜΠ και εκ του γεγονότος να εκπέμπεται ένα φωτόνιο, με άλλα λόγια το φορτίο να “πυροβολεί” ένα φωτόνιο και αυτό να έχει πάντα την ίδια σταθερή ταχύτητα, ασχέτως του πόσο γρήγορα ή αργά κινείται το φορτίο. Αυτός είναι ο μαγικός κόσμος της Σχετικότητας. Για να περιγραφεί και να μελετηθεί η κατάσταση χρειαζόμασταν νέα μαθηματικά και νέες ιδέες. Έτσι φθάσαμε στην ιδέα της αντί ύλης αλλά και την διατύπωσης της Κβαντικής Θεωρίας Πεδίου (ΚΘΠ).
1.3. Η Κβαντική Θεωρία Πεδίου
Κάθε υλικό που υπάρχει γύρω μας γνωρίζουμε και πάλι από το σχολείο ότι είναι ένας συνδυασμός χημικών ενώσεων. Κάθε χημική ένωση είναι ένας συνδυασμός μορίων και κάθε μόριο είναι ένας συνδυασμός ατόμων. Το κάθε άτομο αποτελείται από τα λεγόμενα υποατομικά σωματίδια τα πλέον γνωστά είναι το ηλεκτρόνιο, το πρωτόνιο και το νετρόνιο. Τα δύο τελευταία συγκροτούν τον πυρήνα του ατόμου και τα ηλεκτρόνια περιστρέφονται γύρω από αυτόν. Για το τι είναι και τον τρόπο ύπαρξης αυτών των υποατομικών σωματιδίων μας μιλά η ΚΘΠ. Όχι μόνο για αυτά αλλά και για τα σωματίδια τα οποία συνθέτουν τα πρωτόνια, τα νετρόνια και ότι άλλο υπάρχει στους πυρήνες των ατόμων, που είναι δεκάδες άλλα υποσωματίδια.
Η ΚΘΠ είναι ένα σύνολο μαθηματικών μοντέλων που
α. σε κάθε σημείο του φυσικού χώρου και του χρόνου
β. για κάθε στοιχειώδες ατομικό και υποατομικό σωματίδιο
γ. για κάθε φυσική ιδιότητα
δ. σε κάθε χρονική στιγμή
ε. υπολογίζει μια μαθηματική οντότητα που ονομάζεται τελεστής.
Αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά ενός κλασσικού από ένα κβαντικό πεδίο. Στο κλασσικό μπορούμε να υπολογίσουμε τιμές ενώ στο κβαντικό μαθηματικά μεγέθη, δηλαδή συναρτήσεις. Με διάφορες μαθηματικές τεχνικές από τις συναρτήσεις υπολογίζουμε τιμές τις οποίες εν τέλει βρίσκουμε στις πειραματικές μας συσκευές, στους τεράστιους επιταχυντές σωματιδίων και στους θαλάμους αερίων που καταγράφουν τις τροχιές των υποατομικών σωματιδίων. Η ακρίβεια των υπολογισμών είναι ασύλληπτη, ξεπερνά κάθε άλλη φυσική θεωρία.
Για κάθε σωματίδιο και για κάθε ιδιότητα πρακτικά διατυπώνεται μια διαφορετική εκδοχή ΚΘΠ, επομένως έχουμε ένα σύνολο ΚΘΠ. Η αφετηρία όλων ήταν η μελέτη του ΗΜΠ και η σύνδεση του ηλεκτρονίου με το φωτόνιο. Την σύνδεση αυτή την παρουσίασε πρώτος ο Herman Weyl ο οποίος μελετώντας τι συμβαίνει όταν ένα ηλεκτρόνιο κινείται μέσα σε ένα ΗΜΠ ανακάλυψε ένα νέο μαθηματικό μέγεθος, που ονομάσθηκε σύνδεση βαθμίδας (gauge connection), το οποίο διαπίστωσε ότι περιέγραφε πλήρως, δηλαδή ταυτιζόταν, με το φωτόνιο που παραγόταν κατά την κίνηση του φορτίου μέσα στο ΗΜΠ. Γρήγορα άλλοι φυσικοί διαπίστωσαν ότι με τον ίδιο τρόπο μπορούσαν να περιγράψουν όλα τα τότε γνωστά σωματίδια, τα ηλεκτρόνια, θα αντι ηλεκτρόνια, δηλαδή τα ποζιτρόνια, τα πρωτόνια τα νετρόνια και στην συνέχεια να προβλέψουν την ύπαρξη νέων μη ανακαλυφθέντων σωματιδίων των οποίων η ανακάλυψη έλαβε χώρα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Όλες οι θεωρίες που είχαν αυτήν την δομή ονομάζονται Θεωρίες Βαθμίδας (Gauge Theories).
Σε αυτή την περιγραφή για κάθε ιδιότητα κάθε σωματιδίου, έχουμε ένα πεδίο, όπως το περιγράψαμε προηγουμένως, δηλαδή σε κάθε σημείο του χώρου αντιστοιχεί μια μαθηματική οντότητα, από την οποία “παράγονται” κορυφές και κοιλάδες που εκφράζουν διέγερση και χαλάρωση και κάθε διέγερση είναι ένα σωματίδιο. Με άλλα λόγια κάθε τι υλικό που υπάρχει γύρω μας είναι σύνθεση της διέγερσης τεράστιου αριθμού πεδίων. Μόνο που τα πεδία αυτά δεν είναι σαν τα κλασσικά πεδία. Το παιχνίδι παίζεται στον εσωτερικό χώρο κάθε σημείου του χωροχρόνου και αυτό δημιουργεί τεράστια προβλήματα και τεχνικά και φιλοσοφικά.
Για δύο κυρίως λόγους: Αφ’ ενός μεν, τεχνικά, για να λειτουργήσουν τα μοντέλα της ΚΘΠ πρέπει να πάρουμε ως δεδομένες ένα μεγάλο αριθμό σταθερών τις οποίες δεν μπορούμε με κανένα τρόπο να υπολογίσουμε, αλλά βάζουμε αυθαίρετα. Αφετέρου δε φιλοσοφικά γιατί δεν είναι εύκολο να ενσωματώσουμε στην παραδοσιακή οντολογία της φυσικής, τον μαθηματικό φορμαλισμό των Θεωριών Βαθμίδας, που μιλούν για ένα εσωτερικό κόσμο με παράδοξες ιδιότητές που “υπάρχει” ότι και αν σημαίνει αυτό “πίσω” και πάλι ότι και αν σημαίνει αυτό από κάθε σημείο του χωροχρόνου.
1.4. Το πεδίο Higgs
Η μεγαλύτερη επιτυχία της ΚΘΠ ήταν η ανακάλυψη το 2012 του πεδίου Higgs, μια ανακάλυψη με τεράστιο φιλοσοφικό ενδιαφέρον. Σύμφωνα με τα ανωτέρω για κάθε σωματίδιο και για κάθε ιδιότητά του υπάρχει ένα κβαντικό πεδίο του οποίου η διέγερση καθορίζει την εν λόγω ιδιότητα. Πολλά σωματίδια έχουν μάζα και κάποια δεν έχουν. Για όσα έχουν, η μάζα τους είναι μια από τις φυσικές τους ιδιότητες και επομένως θα έπρεπε να την υπολογίζει κάποια εκδοχή ΚΘΠ. Υπήρχε όμως μια θεμελιώδης αντίφαση που παρατηρήθηκε σχεδόν αμέσως.
Η ιδιότητα μάζα έπρεπε να παράγεται από την διέγερση ενός πεδίου, η οποία να ταυτίζεται με μια σύνδεση βαθμίδας. Οι συνδέσεις όμως βαθμίδας είναι εξ ορισμού χωρίς μάζα. Επομένως η μάζα έπρεπε να είναι κάτι που δεν έχει μάζα, λογική αντίφαση. Στην δεκαετία του 60 όμως ένας σπουδαίος φυσικός Peter Higgs σκέφτηκε μια διαδικασία κατά την οποία μπορούσε να ξεπερασθεί η αντίφαση. Και περιέγραψε ένα πεδίο το οποίο μέσα από αυτήν την διαδικασία έλυνε το πρόβλημα. Το κβαντικό αυτό πεδίο, από το οποίο εν τέλει παράγεται η μάζα των στοιχειωδών σωματιδίων, όπως όλα τα άλλα θα έπρεπε να δημιουργεί και ένα σωματίδιο, το οποίο θα έπρεπε να τo παρατηρήσουμε σε κάποια από τις σχετικές πειραματικές εγκαταστάσεις.
Υπήρχε όμως ένα τεχνικό πρόβλημα. Το σωματίδιο αυτό ήταν πολύ βραχύβιο και κατά συνέπεια, σύμφωνα με την Κβαντική Θεωρία, έχει πολύ μεγάλη ενέργεια. Αυτήν την ενέργεια δεν μπορούσαν να δημιουργήσουν οι παλιότερες εγκαταστάσεις επιταχυντών, μέχρι την στιγμή που τέθηκε σε λειτουργία η αναβάθμιση της εγκατάστασης του CERN οπότε και τελικά το σωματίδιο παρατηρήθηκε και ονομάσθηκε σωματίδιο Higgs. Τα αποτελέσματα αυτά επιβεβαιώθηκαν πλήρως από όλες τις μεταγενέστερες μετρήσεις. Το σωματίδιο Higgs δίδει υπόσταση στην μάζα των άλλων σωματιδίων, δηλαδή υπόσταση στην ύλη, με άλλα λόγια σε εμάς, και ονομάσθηκε, κατά την αγγλοσαξονική συνήθεια, σωματίδιο του Θεού, χωρίς βέβαια να έχει καμμιά σχέση με κάποιο Θεό.
Το πεδίο Higgs είναι ένα πεδίο που διατρέχει και γεμίζει τον χώρο ολόκληρου του σύμπαντος και μέσα σε αυτό κινούνται όλα τα άλλα σωματίδια και κατά κάποιον τρόπο εμποδίζει την κίνησή τους. Προβάλει αντίσταση σε αυτήν. Ανάλογα με την ένταση της αντίστασης είναι και η μάζα. Αν είναι μικρή η αντίσταση είναι μικρή η μάζα, αν είναι μεγάλη η αντίσταση είναι μεγάλη και η μάζα του σωματιδίου. Η δράση του πεδίου αυτού αναμένεται να λύσει πολλά ζητήματα που απασχολούν την φυσική και την κοσμολογία, αλλά μας αποκαλύπτει πλήρως γιατί όσοι οραματίζονται την επίλυση του ερωτήματος της διεπαφής νου και εγκεφάλου έχουν σαν πηγή έμπνευσης τα πεδία της Κβαντικής Θεωρίας Πεδίου.
1.5. Τα μοντέλα διεπαφής νου εγκεφάλου
Από τα προηγούμενα γίνεται εμφανές ότι σύμφωνα με τις γνώσεις που μας παρέχει η σύγχρονη φυσική, η μάζα και τα λοιπά χαρακτηριστικά των στοιχείων που συνιστούν την υλική μας υπόσταση θεμελιώνονται οντολογικά σε κάτι το οποίο απλουστευμένα και περιληπτικά ονομάζουμε πεδίο. Λέμε απλουστευμένα γιατί είναι δύσκολο οι ιδιότητες της οντότητας αυτής, που μας αποκαλύπτονται από τα πειράματα και τις παρατηρήσεις μας, να ενταχθούν σε μια σαφή διήγηση που να είναι συμβατή με τις έννοιες του κόσμου της καθημερινότητάς μας.
Αν ένα πεδίο συγκροτεί αυτό που θεωρούμε ως υλική υπόσταση των όντων είναι σχεδόν αυτονόητο ότι επίσης ένα πεδίο μπορεί να συγκροτεί την ψυχική-πνευματική υπόσταση των όντων. Όπως η υλική μας υπόσταση είναι μια διέγερση αυτού του πεδίου, είναι λογικό να υποθέσουμε ότι και ο νους είναι μια διέγερση αυτού του νοητικού πεδίου. Και πράγματι αυτή είναι η γενική ιδέα των μοντέλων στα οποία αναφερόμαστε. Πλην όμως οι παραλλαγές και οι δυνατότητες είναι εξαιρετικά πολλές και δεν είναι εύκολο να ταξινομηθούν. Υπάρχουν όμως κάποια κοινά χαρακτηριστικά γιατί οι οπτικές από τις οποίες μπορεί να προσεγγίσει κανείς το θέμα δεν είναι πολλές.
Η οπτική εξαρτιέται εν πολλοίς από την αφετηρία εκκίνησης του κάθε ερευνητή. Άλλοι ξεκινούν από τον χώρο της φυσικής και της κοσμολογίας και επεκτείνονται προς τον χώρο του ψυχικού κόσμου και άλλοι ξεκινούν από τον χώρο της βιολογίας, νευροβιολογίας ή ψυχολογίας και εισάγουν στοιχεία από την φυσική ώστε να δημιουργήσουν ένα κάποιο φυσικό μοντέλο ερμηνείας και εξήγησης του του και πνευματικού κόσμου του ανθρώπου. Συνήθως οι πρώτοι φθάνουν να μιλήσουν για τον νου, χωρίς όμως να επεκτείνονται στην νευροβιολογική διάσταση του εγκεφάλου. Οι δεύτεροι αφομοιώνουν κάποια στοιχεία από την φυσική στις βιολογικές διεργασίες ώστε να εξηγηθεί η νοητική λειτουργία του ανθρώπου. Σε αυτούς είναι εμφανέστερη η ευαισθησία απέναντι στην καθολική πνευματική εμπειρία του ανθρώπου. Θρησκευτική εμπειρία και παραψυχολογικά φαινόμενα, δηλαδή εκφράσεις του ψυχικού κόσμου που συνήθως θεωρούνται απόβλητες από την επιστημονική έρευνα έχουν θέση και αποτελούν αντικείμενο έρευνας.
Σε κάθε περίπτωση προτείνεται η εισαγωγή ενός επιπλέον φυσικού στοιχείου που έχει τα χαρακτηριστικά ενός πεδίου το οποίο δεν έχει τοπικά χαρακτηριστικά. Υπήρξαν λοιπόν προσεγγίσεις που θεωρούσαν ότι είναι κυριολεκτικά ένα κβαντικό πεδίο, ή για την ακρίβεια ένα πεδίο με κβαντικά χαρακτηριστικά. Ήταν αυθαίρετη επέκταση των κβαντικών φαινομένων στον χώρο του εγκεφάλου, κάτι που ήταν σε αντίθεση με την επιστημονική κατανόηση της κβαντικής θεωρίας και για τον λόγο αυτό η προσπάθεια εξήγησης των ψυχικών φαινομένων με την χρήση εννοιών της φυσικής είχε χαρακτηριστικά ψευδοεπιστήμης και λειτούργησε πολύ αρνητικά δημιουργώντας έντονη προκατάληψη των φυσικών έναντι όσων προσπαθούσαν να εξηγήσουν τον ψυχικό κόσμο με την βοήθεια της φυσικής.
Οι προτάσεις όμως στις οποίες αναφερόμαστε είναι πλέον πολύ πιο ώριμες και έχουν επιστημονικά χαρακτηριστικά. Αν η αφετηρία είναι η φυσική τότε βλέπουμε προτάσεις με ανεπτυγμένη την μαθηματική περιγραφή. Αν η αφετηρία είναι από τις βιολογικές επιστήμες τότε οι προτάσεις έχουν πολλές βιοχημικές λεπτομέρειες. Και οι μεν και οι δε εμπεριέχουν το κοινό χαρακτηριστικό κάθε επιστημονικής πρότασης. Τρόπους ελέγχου, δηλαδή τρόπους με τους οποίους μπορεί κανείς να τις διαψεύσει. Συνήθως όμως οι τρόποι αυτοί απαιτούν πειράματα που είναι έξω από την τεχνική ή οικονομική δυνατότητα των εμπνευστών τους.
Πράγματι είναι εντυπωσιακό το πόσο πολύ λεπτολογούν οι μεν φυσικοί για την μαθηματική ανάπτυξη, οι δεν βιολόγοι νευροβιολόγοι για της φυσικοχημικές διεργασίες του εγκεφάλου, ώστε χρειάζεται πολύ υπομονή και προσοχή για να διακρίνει κανείς την αχίλλειο πτέρνα και των μεν και των δε. Του τρόπου δηλαδή που η φυσικομαθηματική περιγραφή συνδέεται με τις βιοχημικές διεργασίες. Και αυτό γιατί υπάρχει ένα έλλειμα και στις δύο κατευθύνσεις. Ένα έλλειμα πληροφορίας και μετάφρασής της σε φυσική πραγματικότητα. Ο τρόπος, οι οδηγίες δηλαδή με τις οποίες οι αφηρημένες μαθηματικές περιγραφές γίνονται τα συγκεκριμένα όντα που παρατηρούμε.
Όλοι τελικά, είτε είναι φυσικοί είτε βιολόγοι-νευροβιολόγοι είναι υποχρεωμένοι να επικαλεστούν κάτι το αφηρημένο, κάτι το ασαφές το οποίο καλύπτει αυτό το κενό. Και για τον λόγο αυτό καμμιά πρόταση, κανένα μοντέλο δεν έχει ιδιαίτερη επιτυχία, δεν τυγχάνει της γενικευμένης αποδοχής. Σε όλα τα μοντέλα η φυσική πραγματικότητα έχει πρόσθετα, σε σχέση με τον τρόπο που την νοούμε στην καθημερινότητα, χαρακτηριστικά τα οποία έχουν μη τοπικό και μη χρονικό χαρακτηριστικά. Οι φυσικές δηλαδή οντότητες από τις οποίες συγκροτείται ο φυσικός κόσμος εκτείνονται στον χώρο και τον χρόνο. Ο συνηθέστερος τρόπος για να περιγραφθεί αυτό είναι η επίκληση της ύπαρξης περισσοτέρων των τεσσάρων χωρικών διαστάσεων και δράση του πεδίου φορέα των νοητικών διεργασιών σε αυτές.
Και υπάρχει η άνεση να επικαλούνται πολλές διαστάσεις γιατί σε κάτι τέτοιο οδηγεί η ΚΘΠ. Η ΚΘΠ είναι μια εκπληκτική θεωρία που επαληθεύεται από τα πειράματα με εκπληκτική ακρίβεια αλλά έχει και εκπληκτικά προβλήματα. Αυτό οδηγεί τους φυσικούς στην αναζήτηση μιας άλλης γενικότερης θεωρίας που θα επιλύει αυτά τα προβλήματα. Κοινό στοιχείο όλων των προτεινόμενων Μεγάλων Ενοποιημένων Θεωριών είναι οι περισσότερες των τεσσάρων διαστάσεων που καλύπτουν τα διαρκώς επαληθευόμενα μη τοπικά χαρακτηριστικά της Κβαντικής Θεωρίας.
Και εδώ ολοκληρώνεται η περιήγηση που κάναμε. Είναι έκδηλο ότι μέχρι στιγμής υπάρχουν πολύ περισσότερες ερωτήσεις παρά απαντήσεις όσον αφορά την κατανόηση της διεπαφής νου εγκεφάλου. Ταυτόχρονα όμως εμφανίζεται ένα έδαφος στέρεο αρκετά ώστε να μας επιτρέπεται να διατυπώνουμε κάποιες σκέψεις που έχουν μεγάλη πρακτική σημασία για τον μέσο άνθρωπο. Και αυτό είναι η ασφαλής διαπίστωση ότι η φυσική πραγματικότητα, βαθιά φυσική πραγματικότητα είναι πιο πλούσια από αυτό που μας φαίνεται ως φυσική πραγματικότητα, είναι μια άρρητη φυσική πραγματικότητα ΑΦΠ.
1.6. Η νόηση και η άρρητη φυσική πραγματικότητα
Η ΑΦΠ έχει δύο χαρακτηριστικά που είναι στέρεα θεμελιωμένα. Το πρώτο είναι ο μη τοπικός χαρακτήρας, δηλαδή η έκτασή της στον χώρο και τον χρόνο, κάτι που μπορεί να εξηγηθεί είτε με την ύπαρξη επιπλέον διαστάσεων στον υπάρχοντα χωροχρόνο είτε γιατί ο υπάρχων χωροχρόνος αναδύεται από ένα υπόστρωμα που είναι πέραν του χρόνου και του χρόνου. Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι το ότι μέσα σε αυτήν βρίσκεται η πληροφορία η οποία είναι αναγκαία για την δημιουργία και εξέλιξη του σύμπαντος. Χωρίς να μπορούμε να επεκταθούμε στο θέμα, σήμερα είναι επιστημονικό κεκτημένο ότι το σύμπαν δεν είναι τυχαίο, επομένως με κάποιον τρόπο συν-υπάρχει με πληροφορία που δεν είναι άμεσα αισθητή.
Εμείς, και κάθε τι που υπάρχει βρισκόμαστε μέσα στην ΑΦΠ. Μπορούμε να μας σκεφτόμαστε ότι είμαστε κάτι οποίο εκτείνεται στον χώρο και τον χρόνο και εμπεριέχει όλη την πληροφορία για την ύπαρξή μας, ακόμα και αν δεν μπορούμε να δώσουμε λεπτομερή περιεχόμενο στις λέξεις αυτές ούτε να κατανοήσουμε τον ακριβή τρόπο της ύπαρξής μας. Και εδώ είναι το κρίσιμο σημείο. Υπάρχουν ισχυρότατοι λόγοι να πιστεύει κανείς ότι αυτήν την άρρητη φυσική πραγματικότητα την αισθανόμαστε, την βιώνουμε, ο εγκέφαλός μας ο οποίος ούτως ή άλλως βρίσκεται μέσα στην ΑΦΠ είναι έτσι δομημένος ώστε να την αισθάνεται και εντέλει να την αξιοποιεί.
Και οι λόγοι αυτοί έχουν να κάνουν με την ανθρώπινη εμπειρία αλλά και αυτή των ζώων. Υπάρχει ένα πλήθος συμπεριφορών των ζώων τις οποίες αποδίδουμε στο ένστικτο. Στην πραγματικότητα είναι συμπεριφορές τις οποίες δεν μπορούμε να αναγάγουμε σε κάτι άλλο και απλά τις δίνουμε το όνομα ένστικτο. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ανθρώπους. Όσοι δεν αποδέχονται την ολοκληρωτική αναγωγή των νοητικών διεργασιών στις φυσικοχημικές διεργασίες του εγκεφάλου των ζώων και του ανθρώπου, οδηγούνται στην παραδοχή της ύπαρξης μιας μη αισθητής πραγματικότητας. Το ξυράφι του Όκαμ[5] μας οδηγεί στην ταύτιση αυτής της πραγματικότητας με την ΑΦΠ. Γιατί αλλιώς θα πρέπει να δεχθούμε την ύπαρξη δύο διαφορετικών μη αισθητών φυσικών πραγματικοτήτων κάτι το οποίο είναι λογικός πλεονασμός.
Όποιο λοιπόν μοντέλο διεπαφής νου εγκεφάλου τελικά αποδειχθεί πιο κοντά στην πραγματικότητα, δεν μπορεί παρά να κινείται στα πλαίσια της ΑΦΠ. Σε μια τέτοια περίπτωση μπορούμε να κατανοήσουμε τον εγκέφαλο σαν την συσκευή που αντιλαμβάνεται και διαχειρίζεται την πληροφορία η οποία υπάρχει στην ΑΦΠ. Υπάρχει μια αναλογία που μπορεί να μας βοηθήσει να αισθητοποιήσουμε τα παραπάνω. Μπορούμε να θεωρήσουμε τον εγκέφαλο κάτι ανάλογο με ένα κινητό τηλέφωνο που μέσω του δικτύου κινητής τηλεφωνίας είναι συνδεδεμένο με το ψηφιακό σύννεφο (cloud) στο οποίο υπάρχουν όχι μόνο δεδομένα αλλά και εφαρμογές. Ένα έξυπνο τηλέφωνο είναι μια πολύ πολύπλοκη συσκευή, αν όμως αποκοπεί από το δίκτυο μένει σχεδόν νεκρό.
Φυσικά η αναλογία είναι μόνο ενδεικτική και όχι κυριολεκτική, γιατί εν τέλει οι διεργασίες που συμβαίνουν στο τηλέφωνο είναι της ίδιας φύσης με αυτές που συμβαίνουν στους σέρβερς του ψηφιακού σύννεφου. Εν τούτοις χωρίς το τηλέφωνο και την ύπαρξη του ηλεκτρομαγνητικού πεδίου, αυτό που συμβαίνει στους σέρβερς θα ήταν απρόσιτο από τους χρήστες και εντελώς αδιάφορο για αυτούς. Η αναλογία είναι τόσο ισχυρή που οδηγεί αρκετούς να εκλαμβάνουν τον εγκέφαλο κυριολεκτικά ως ένα ψηφιακό υπολογιστή. Αυτή η άποψη βέβαια έχει τα προφανή τρωτά της που δεν είναι της παρούσης να τα αναδείξουμε.
1.7. Οι πρακτικές συνέπειες
Αν τα παραπάνω έχουν κάποια βάση, τότε μας οδηγούν σε δύο πολύ σημαντικές παρατηρήσεις. Η θεμελίωση των όντων στην ΑΦΠ είναι καθολικό χαρακτηριστικό. Αν ονοματίσουμε το τμήμα των όντων που “βρίσκεται” στην ΑΦΠ ψυχή, τότε τα πάντα έχουν ψυχή, δηλαδή οδηγούμαστε σε ένα είδος πανψυχισμού. Τα ειδικά θεολογικά χαρακτηριστικά του πανψυχισμού είναι θέμα που πρέπει να επεξεργαστούν οι θεολόγοι των θρησκειών και κάποιες νύξεις θα κάνουμε στην συνέχεια. Τώρα θα δούμε κάποιες πρακτικές συνέπειες ανεξάρτητες από τυχόν θεολογικές ερμηνείες.
Κάθε άνθρωπος έχει αυτήν την “ψυχή” την οποία μπορεί να την βιώνει, δηλαδή να την αισθάνεται και αυτή η “ψυχή” έχει μη τοπικά δηλαδή υπερβατικά χαρακτηριστικά. Η υπερβατική, πολλές φορές την καλούμε μεταφυσική ή υπερφυσική, εμπειρία είναι εξ ορισμού ανοικτή για τον καθένα, ακόμα και για τα ζώα. Την εμπειρία αυτήν την ονοματίζουμε με διάφορα ονόματα, όπως ένστικτο, διαίσθηση, θαύμα και την αποδίδουμε σε διάφορες αιτίες, που όμως τελικά δεν είναι τίποτα άλλο παρά ο τρόπος που δομείται η φυσική πραγματικότητα, το σύμπαν και για τον λόγο αυτό μου φαίνεται προτιμητέος ο όρος το Μυστήριο του Σύμπαντος.
Το Μυστήριο αν και είναι ανοικτό για τον καθένα όμως είναι πρόδηλο ότι δεν το βιώνουν όλοι με τον ίδιο τρόπο, και οι διαφοροποιήσεις είναι τόσο έντονες, από άνθρωπο σε άνθρωπο, από εποχή σε εποχή και από κουλτούρα σε κουλτούρα που μοιάζουν οι εμπειρίες αυτές των ανθρώπων να μην σχετίζονται μεταξύ τους. Οι έντονες διαφοροποιήσεις, δηλαδή η μη συστηματικότητά τους είναι και ο λόγος που για την πλειοψηφία των επιστημόνων δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο επιστημονικής έρευνας.
Υπάρχουν όμως δύο χαρακτηριστικά της ΑΦΠ που εξηγούν επαρκώς την αβεβαιότητα των εμπειριών. Και είναι αφενός μεν ο κβαντικός χαρακτήρας του πεδίου που μεταφέρει την ενέργεια και τα χαρακτηριστικά της ΑΦΠ ο οποίος εμπεριέχει μια τυχαιότητα που στην καθημερινότητά μας εξαλείφεται αλλά στο φυσικό υπόβαθρο είναι υπαρκτή. Πολύ περισσότερο ενεργό είναι το δεύτερο χαρακτηριστικό που είναι η πολυπλοκότητα. Πράγματι στα ανθρώπινα και όχι μόνο βιώματα είναι πέραν αμφισβήτησης καθοριστικός ο ρόλος του εγκεφάλου ο οποίος είναι ένα εξαιρετικά πολύπλοκο σύστημα γεγονός που εξαφανίζει κάθε πιθανότητα συστηματικής και ομοιόμορφης επανάληψης των νοητικών φαινομένων. Ο ψυχικός κόσμος μπορεί να μελετηθεί μόνο στατιστικά.
Το βίωμα λοιπόν της σχέσης μας με την ΑΦΠ έχει καθαρά πιθανοκρατικό χαρακτήρα. Δηλαδή μια ολόκληρη γκάμα βιωματικών δυνατοτήτων είναι προσβάσιμη από όλους, όμως, η ζωή μας φανερώνει ότι για τον καθένα οι πιθανότητες υλοποίησης είναι διαφορετικές. Η διαφορετικότητα αυτή λογικά, με κριτήριο το ξυράφι του Όκαμ, πρέπει να έχει ως βάση την γονιδιακή δηλαδή την βιολογική διαφορετικότητα μεταξύ των ανθρώπων. Όπως όμως και σε κάθε άλλη ανθρώπινη δραστηριότητα, μεγάλο ρόλο πρέπει να παίζει η δραστηριότητα του υποκειμένου ανθρώπου, δηλαδή η άσκηση. Ανάλογα λοιπόν με τα γονίδια αλλά και την άσκηση-εξάσκηση οι άνθρωποι βιώνουν με μια ποικιλία τρόπων τον υπερβατικό χαρακτήρα της ΑΦΠ. Και έχει ενδιαφέρον να αναλύσουμε περισσότερο την ποικιλία των βιωμάτων κάτω από την οπτική της ύπαρξης της ΑΦΠ.
Η ΑΦΠ επειδή είναι κάτι το εξαιρετικά πολύπλοκο μπορούμε να κατανοήσουμε, να βιώσουμε και να αισθανούμε μόνο ένα τμήμα της, κάθε φορά, ανάλογα με την οπτική που την προσεγγίζουμε. Μπορούμε λοιπόν να κάνουμε κάποιες διακρίσεις: Οι άνθρωποι την βιώνουμε είτε με ένα εντελώς προσωπικό θα λέγαμε κρυφό τρόπο είτε φανερά μπροστά σε άλλους. Στην πρώτη κατηγορία βιωμάτων θα πρέπει να εντάξουμε τα θρησκευτικού τύπου βιώματα, στην δεύτερη τα βιώματα τα σχετιζόμενα με την τέχνη, τον αθλητισμό, τις επιστήμες κλπ. Τα πρώτα εφόσον είναι βαθιά προσωπικά είναι πιο υποκειμενικά και επηρεάζονται περισσότερο από την κουλτούρα στην οποία ζει ο άνθρωπος. Αντιθέτως τα δεύτερα είναι πιο εξωτερικά και έχουν ένα μπορεί να πει κανείς αντικειμενικό χαρακτήρα. Στην συνέχεια θα αναφερθούμε σε κάποια ενδεικτικά παραδείγματα.
Στον αθλητισμό η βιωματική ύπαρξη της ΑΦΠ είναι πλέον φανερή από οπουδήποτε αλλού, όμως συνήθως δεν την αναγνωρίζουμε ως τέτοια γιατί την καλύπτουμε με τους προαναφερθέντες όρους όπως χάρισμα, ταλέντο, ένστικτο κλπ. για να εξηγήσουμε το γεγονός ότι ο αθλητής, και ειδικά ο πρωταθλητής βιώνει μια διαστολή του χρόνου και του χρόνου και πετυχαίνει αυτό που για τους άλλους είναι αδύνατο. Για τον λόγο αυτό ο αθλητής τιμώταν σχεδόν ως θεός από τους αρχαίους χρόνους. Η διαρκής εξάσκηση είναι αυτή που αυξάνει τις πιθανότητες να ελέγξει ακριβώς αυτό, τον χώρο και τον χρόνο.
Με τον πλέον αισθητό τρόπο αυτό είναι εμφανές στο άθλημα του μπάσκετ, όπου συχνά βλέπουμε ένα αθλητή να πετυχαίνει καλάθι κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες. Η πιθανότητα αυτό να είναι τυχαίο γεγονός θεωρείται πολύ μικρή, όχι όμως μηδενική. Για τον λόγο αυτό και ένας εντελώς αρχάριος μπορεί, εξαιρετικά σπάνια από τύχη, να έχει επιτυχία. Ο σπουδαίος αθλητής δεν εξαρτάται τόσο από την τύχη, έχει μια εσωτερική επαφή με το καλάθι, μια επαφή που είναι εξαιρετικά ευαίσθητη ειδικά όταν η προσοχή του δεν είναι κατάλληλα προσανατολισμένη. Από αυτό το γεγονός στο μπάσκετ, αλλά και στα άλλα ομαδικά αθλήματα φανερώνεται η δυνατότητα μη τοπικής, αλλά “εσωτερικής” επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπινων νόων. Η ίδια ομάδα την μια στιγμή είναι εξαιρετικά συντονισμένη και αποτελεσματική και την άλλη μπορεί κάτι να συμβεί να αποσυντονιστεί πλήρως και να έρθει η ήττα. Στον αθλητισμό και ειδικά στον ομαδικό φανερώνεται πλήρως η λειτουργικότητα της σχέσης νου εγκεφάλου και η επαφή του νου με την ΑΦΠ.
Αν στον αθλητισμό όλα αυτά συμβαίνουν δημοσίως, το θρησκευτικό βίωμα είναι υπόθεση βαθιά προσωπική, ιδιαίτερη που όμως εξαρτάται στενά από την κουλτούρα της κοινότητας ή και της κοινωνίας. Και αυτό γιατί αυτή καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο ο μέσος άνθρωπος προσλαμβάνει, ερμηνεύει και εξηγεί το βίωμα. Εδώ συμβαίνει ένας κύκλος ανάδρασης. Η κοινωνία ερμηνεύει το βίωμα και δημιουργεί την θρησκεία και η θρησκεία αναπτύσσει την κουλτούρα της κοινωνίας προς ορισμένες κατευθύνσεις οι οποίες με την σειρά τους ενισχύουν συγκεκριμένους τρόπους άσκησης, εξάσκησης και εν τέλει βίωσης του υπερβατικού χαρακτήρα της ΑΦΠ.
Μέσα από αυτόν τον κύκλο ανάδρασης αναπτύσσεται μια θεολογία που είναι μεν στενά δεμένη με την κουλτούρα της κοινωνίας χωρίς να υπάρχει όμως η επίγνωση ότι εκφράζει μια μερική βίωση και γνώση της ΑΦΠ. Έτσι η θεολογία της κάθε κοινωνίας έχει την αίσθηση του όλου εκεί που η κοινωνία βιώνει το μερικό. Η προβληματικότητα της κατάστασης είναι έκδηλη και έχει βιωθεί πολλαπλώς μέσα στην ιστορία. Διαμάχες συγκρούσεις συχνά αιματηρές, διαιρέσεις, αντιπαλότητες και άλλες πολλές αρνητικές καταστάσεις οφείλονται στην αυθαίρετη επέκταση του μερικού σε γενικό. Συμπτώματα που είναι στενά συνδεδεμένα με την μονοθεϊστική εκδοχή της θεότητας και που βέβαια οδηγούν αναπότρεπτα στην απαξίωση της θεολογίας ενώ αντιθέτως θάλλει η θρησκεία.
Η θεολογία από δημιουργική αλλά και πειστική έκφραση, ερμηνεία και νοηματοδότηση του θρησκευτικού βιώματος, συχνά το απαξιώνει και μετατρέπεται σε αμυντική λειτουργία ρευμάτων του παρελθόντος και για να επιβιώσει χρησιμοποιεί τεχνηέντως την αοριστολογία και υπεκφυγή παίζοντας με τις λέξεις από τις οποίες στερεί το σαφές νόημα.
Πέρα από όλα αυτά υπάρχει μια πολύ ενδιαφέρουσα πτυχή στο υπό συζήτηση θέμα. Το ότι η ΑΦΠ είναι μη τοπική σημαίνει κάπως απλουστευμένα, αλλά όχι λανθασμένα, ότι όλα είναι όλα μαζί. Είναι λογικά αναμενόμενο αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει κάποιου είδους αλληλοεπίδραση όλων με όλα, όμως εντέλει μόνο κάποιες από αυτές τις αλληολεπιδράσεις έχουν σημασία για εμάς. Αυτή η παρατήρηση ανοίγει μια ερμηνευτική δυνατότητα της αλληλοεπίδρασης του ανθρώπινου ψυχικού κόσμου ακόμα και με τα άψυχα αντικείμενα. Ιερά αντικείμενα, ιεροί τόποι, αίσθηση ριζώματος σε ένα τόπο, αγάπη της πατρίδας, ενθύμια μεγάλης αξίας μεταφέρονται πλέον από τον χώρο των προλήψεων και προκαταλήψεων στον χώρο της επιστημονικής έρευνας, όχι μόνο με στατιστικές μεθόδους αλλά και με τα εργαλεία της φυσικής ή και της πληροφορικής.
1.8. Συμπεράσματα
Η Κβαντική Θεωρία Πεδίου μας αποκαλύπτει ότι η υλική μας υπόσταση είναι μη υλική και έχει πεδιακό χαρακτήρα. Οι Μεγάλες Ενοποιημένες Θεωρίες υποθέτουν την ύπαρξη ενός άλλου επιπέδου ύπαρξης, θα λέγαμε βαθύτερου, το οποίο δεν έχει τα κλασσικά τοπικά και χρονικά χαρακτηριστικά. Η νευροβιολογική έρευνα μας αποκαλύπτει την στενότατη σχέση του ψυχικού κόσμου με τις βιοχημικές διεργασίες του εγκεφάλου, χωρίς όμως να μπορεί να τις ταυτίσει με αυτές. Αυτό συνεπάγεται την ύπαρξη ενός άλλου δομικού συμπαντικού υποστρώματος που επίσης δεν έχει χωρικά και χρονικά χαρακτηριστικά. Η με κάποιον τρόπο σύνδεση των δύο επιπέδων μας οδηγεί στην ιδέα της ύπαρξης μιας εκτεταμένης φυσικής πραγματικότητας την οποία μπορεί και βιώνει εσωτερικά ό κάθε άνθρωπος.
Η ύπαρξη της ΑΦΠ μας παρέχει ισχυρά ερμηνευτικά εργαλεία που μας επιτρέπουν να διαβάσουμε με νέο μάτι την εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού, της θρησκείας, του αθλητισμού αλλά και της προσωπικής ιστορίας του καθένα μας. Βιώματα, συμπεριφορές και δράσεις που ήταν εκτός της επιστημονικής έρευνας τις τελευταίες δύο δεκαετίες γίνονται αντικείμενα διερεύνησης όχι μόνο στατιστικά αλλά και με τα εργαλεία της φυσικής, της νευροβιολογίας και της πληροφορικής, φωτίζοντας ή καλύτερα θέτοντας σε πιο ακριβή πλαίσια την επανάσταση της τεχνητής νοημοσύνης.
Παρά ταύτα το ερώτημα της ακριβούς μοντελοποίησης της διεπαφής νου και εγκεφάλου φαντάζει τόσο μακρινό όσο και πριν από τις εξελίξεις αυτές.
[1] Εντελώς ενδεικτικά αναφέρουμε κάποιες περιπτώσεις,
BEICHLER JAMES E.
The Emergence of Neurocosmology: Evolution physics, consciousness, physical reality and our experiential universe Unified Field Mechanics II: Formulations and Empirical Tests, pp 521-548, 2018 https://www.worldscientific.com/doi/10.1142/9789813232044_0050
Boyd Robert Neil PhD, USA Dr. Klein Adrian PhD 2007 TOWARD A NEW SUBQUANTUM INTEGRATION APPROACH TO SENTIENT REALITY ”Quantum Mind Conference” Salzburg 2007
Hardy Chris H. 2017 Nonlocal consciousness in the universe: panpsychism, psi & mind over matter in a hyperdimensional physics Nonlocality: Special Issue on Psi and Nonlocal Mind, ISSN: 2167-6283
[2]Η πλέον χαρακτηριστική κριτική της πλήρους αναγωγής του νου στον εγκέφαλο έκανε ο Chalmers D ( 1996 ) στο The conscious mind: in search of a fundamental theory. Όπου έδωσε το όνομα hard problem of consciousness στο πρόβλημα της σχέσης νου εγκεφάλου όρος που έμεινε στην βιβλιογραφία.
[3] Στις επόμενες δύο παραγράφους παρουσιάζονται ορισμένα θέματα φυσικής αρκετά εξειδικευμένα. Μια πλήρης βιβλιογραφική τεκμηρίωσή τους είναι εντελώς έξω από τον χαρακτήρα αυτού του κειμένου. Εν τούτοις προτείνουμε δύο βιβλία όπου κάποιος θα μπορούσε να βρει μια πιο αναλυτική παρουσίασή τους.
Penrose Roger 2004-Αναζητώντας την Πραγματικότητα-Γκοβόστη Αθήνα
Kuhlman Meinard, Lyre Holger, Wayne Andrew Editors, Ontological Aspects of Quantum Field Theory, World Scientific 2002
Επιπλέον μπορεί κανείς να βρει άφθονη πληροφορία στην Wikipedia και Stanford Encyclopedia of Philosophy
[4] Και το πεδίο βαρύτητας έχει κυματικό χαρακτήρα που όμως έχει τόσο μεγάλο μήκος κύματος που τελικά δεν το αισθανόμαστε.
[5] Στην απλούστερη διατύπωσή του, το Ξυράφι του Όκαμ εκφράζεται ως εξής: «Κανείς δεν θα πρέπει να προβαίνει σε περισσότερες εικασίες από όσες είναι απαραίτητες». https://el.wikipedia.org/wiki/Ξυράφι_του_Όκαμ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου