Πέμπτη 30 Απριλίου 2009

ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ

Παρακαλώ, αν κάποιος άφησε κάποιο σχόλιο και δεν δημοσιεύθηκε, να το ξαναστείλει γιατί από λάθος μου (ξέχασα να δηλώσω διεύθυνση e-mail) δεν πήρα κάποιες ειδοποιήσεις. Συγνώμη για την ταλαιπωρία!

Τετάρτη 29 Απριλίου 2009

Με αφορμή τον Παρθενώνα


Κάθε φορά που επισκέπτομαι τον Παρθενώνα μένω ενεός…


Πάνω στην Ακρόπολη υπάρχουν και άλλα μνημεία. Το Θησείο είναι υπέροχο, η Αγορά το ίδιο. Ο Παρθενώνας όμως μου μιλά τελείως διαφορετικά. Είναι ένας βαθύς λόγος, ένας λόγος που μου φαίνεται άρρητος. Τέτοιους λόγους δεν προσπαθώ να τους αναλύσω απλά τους αισθάνομαι… Είναι όμως λόγοι και ως τέτοιοι βάζουν την σκέψη μου σε κίνηση: Τι είδους άνθρωποι ήταν αυτοί που μπορέσαν να εκφράσουν τέτοιο λόγο με τέτοια μέσα; Μπορεί άραγε να βγήκε αυτός ο λόγος κατά λάθος; Τι γνώριζαν οι αρχιτέκτονες της Ακρόπολης και μπόρεσαν να μιλήσουν έτσι; Τι άραγε χάθηκε από την ανθρώπινη γνώση κατά την εξέλιξη του δυτικού πολιτισμού;


Για μένα η απάντηση είναι μία: Χάθηκε η εσωτερική κατανόηση του βάθους των πραγμάτων, δεν μιλώ για θεολογικό ή φιλοσοφικό βάθος, αλλά για καθαρά φυσικό…


Δεν μπόρεσα να ταξιδέψω όσο θα ήθελα, ώστε να επισκεφθώ άλλα ανάλογα μνημεία μακρινών πολιτισμών και να ακούσω τον λόγο τους. Έχω όμως ακούσει τον λόγο άλλων “δικών μας” μνημείων π.χ. ήταν, στα αυτιά μου, πολύ ηχηρός ο λόγος του Καρυέ Τζαμί (Μονή της Χώρας) στην Κωνσταντινούπολη, αγώνας εξόδου στην ζωή…

Τί παράξενο όμως. Ο λόγος του Παρθενώνα εκπέμπεται από το εξωτερικό προς όλους, ο λόγος της Μονής της Χώρας εκπέμπεται από το εσωτερικό, μόνο για αυτούς που είναι μέσα…


Είναι άραγε τυχαίο;


Σχετίζεται άραγε με σύγχρονες στάσεις της ελληνικής κοινωνίας;

Δευτέρα 27 Απριλίου 2009

Ο νόημα του θανάτου


Για μένα η τέχνη και ειδικά ο κινηματογράφος είναι μεγάλο σχολείο. Δεν έχω ειδικές γνώσεις για να κρίνω την σκηνοθεσία ή την ηθοποιία. Δεν πολυασχολούμαι με αυτά, αφήνομαι κυριολεκτικά στην θέα της ταινίας. Το μόνο που θέλω είναι η ποιότητα στην εικόνα. Αυτό που πάντα τραβάει την προσοχή μου είναι το παιχνίδι που κρύβεται πίσω από την ιστορία, πίσω από την δράση, το νόημα, το μήνυμα, η άλλη οπτική, αυτό που δεν ξέρω, αυτό που γίνεται αφορμή να σκεφτώ, το βίωμα που νοιώθω, πάνω από όλα αυτό.

Όσο πιο άγνωστα σε μένα είναι όλα αυτά τόσο περισσότερο με συναρπάζει μια ταινία. Πολλές φορές όμως με συναρπάζει μια ταινία γιατί σε αυτήν αναγνωρίζω οπτικοποιημένες πραγματικότητες που με έχουν απασχολήσει ιδιαίτερα, όπως συμβαίνει με τις ταινίες Ανταλλαγή και Αμφιβολία για τις οποίες, αφού τις ξαναδώ θα μιλήσω ειδικά. Πιστεύω ότι στις περιπτώσεις αυτές ο μέσος θεατής δεν θα αισθανθεί τίποτα από αυτά που συνάρπασαν εμένα…

Είδα λοιπόν μια ταινία, την κατέβασα και την είδα, δεν ξέρω αν κυκλοφόρησε στα ελληνικά ούτε ποιος ο ελληνικός τίτλος της. The day Earth stood still. Το σενάριο ήταν κάπως έτσι: Ξαφνικά εμφανίζονται εξωγήινοι που προσεδαφίζονται στο Central Park όντας παντοδύναμοι αλλά όχι επιθετικοί. Ήρθαν να εξαφανίσουν το ανθρώπινο είδος γιατί απειλεί την ύπαρξη της Γης και καθώς δεν υπάρχουν πολλοί τέτοιοι πλανήτες στο σύμπαν συμφέρει να χαθεί ένας είδος (οι άνθρωποι) και να σωθεί ο πλανήτης Γη. Η καταστροφή αρχίζει αλλά παράλληλα μια (οπωσδήποτε πολύ όμορφη) επιστήμων με το υιοθετημένο (μιγάδικο) παιδάκι της προσπαθούν και τελικά πείθουν τον (οπωσδήποτε πολύ όμορφο) εξωγήινο που κατοικεί σε σώμα ανθρώπινο, να σταματήσει το κακό. (συνήθως τα τρίο στον κινηματογράφο δεν είναι κανονική οικογένεια, Αυτός, Αυτή και το παιδί κάποιων άλλων). Το κακό σταματά αλλά με τίμημα (at a price!) την απώλεια του τεχνολογικού εξοπλισμού των ανθρώπων…

Δεν ξέρω τι θα πουν οι ειδικοί για την ταινία, αλλά εγώ χάθηκα μέσα σε αυτήν. Όταν τέλειωσε, έπεσαν οι τίτλοι του τέλους, ένοιωσα ένα βίωμα που με έκανε να γράψω όλα αυτά. Ζώντας άμεσα την αίσθηση της ολικής καταστροφής ένοιωσα την ζωή με ένα τελείως διαφορετικό τρόπο. Όλες οι αξιολογήσεις άλλαξαν, το τι είναι σημαντικό και τι όχι πήρε τελείως διαφορετικό νόημα. Για δευτερόλεπτα ένοιωθα βαθιά ότι πλήθος “σημαντικών” πραγμάτων είναι εντελώς ασήμαντα και μου φαινόταν παράξενο το γεγονός ότι τα έδινα σημασία… Αυτό το βίωμα, σε αυτήν την ένταση δεν περιγράφεται…

Αυτή είναι η αξία του θανάτου. Δεν θα πω ότι γι’ αυτό έδωσε ο Θεός τον θάνατο. Αυτή η σκέψη μου φαίνεται αστεία. Ο θάνατος είναι το απόλυτο κακό και τίποτα δεν τον δικαιολογεί. Όμως, όπως κάθε τι άλλο έχει και μια θετική όψη. Τονίζει την ζωή, την κάνει ευδιάκριτη, αναδεικνύει τις λεπτομέρειές της, όπως το μαύρο φόντο των φωτογραφιών. Είναι τραγικό λάθος να τον απωθούμε, να κάνουμε πως τον αγνοούμε ή να καταφεύγουμε σε μια θρησκεία για να ξεφύγουμε από αυτόν…

Τότε το “Χριστός Ανέστη” γίνεται ένα ξέπλυμα της ζωής μας, ισοδύναμο με την απώλειά της, την οποία υφιστάμεθα με την μετάθεσή της σε μια μεταθανάτιο αξία…

Το λένε εσχατολογική προοπτική…


Παρασκευή 24 Απριλίου 2009

Συνέντευξη στον Βασίλη Καλαμαρά για την Ελευθεροτυπία


Αφού σπουδάσατε θετικές επιστήμες, Θεολογία, γίνατε μοναχός και κληρικός. Εχετε πλέον εγκαταλείψει τον εκκλησιαστικό χώρο και διδάσκετε Θεολογία στη Μέση Εκπαίδευση. Εκ των υστέρων, αντιλαμβάνεσθε αυτές τις μεταβάσεις-περάσματα ότι αποτελούν την έκφραση μίας και αδιαιρέτου περιπέτειας;

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ ΜΕΣΚΟΣ: Οταν βλέπει κανείς την πορεία μου, ίσως θεωρήσει ότι οι σταθμοί αυτοί σηματοδοτούν αλλαγές της προσωπικότητάς μου. Η δική μου αντίληψη είναι ότι σ' όλη αυτή την πορεία παρέμεινα θεμελιωδώς ο ίδιος και αντέδρασα στις περιστάσεις των καιρών. Δηλαδή, συγκεκριμένες συνθήκες μιας συγκεκριμένης εποχής με ώθησαν προς τον μοναχισμό - θα γράψω σύντομα γι' αυτό. Η αλλαγή λοιπόν στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμουν τα πράγματα με οδήγησε στην απόφαση ν' αλλάξω πορεία.

Κάποια στιγμή σάς προκάλεσαν ασφυξία τα μαύρα ρούχα του μοναχού;

Γ.Α.Μ.: Οχι. Παρ' όλο που ίσως αυτό πιστεύουν μερικοί. Προσωπικά χάρηκα πολύ τα χρόνια, τα οποία έζησα ως μοναχός, γι' αυτό δεν έχω καμία δυσκολία να μιλώ γι' αυτά.

Ποιες είναι οι χαρές της μοναστικής ζωής;

Γ.Α.Μ.: Η χαρά της πνευματικής ζωής είναι η προσευχή. Επί είκοσι χρόνια ήταν η χαρά μου.

Υπάρχει διαφορά ως προς την ενεργειακή ένταση από προσευχή σε προσευχή;

Γ.Α.Μ.: Βεβαιότατα. Υπάρχουν πολλοί τρόποι προσευχής, ανάλογα με την ποικιλία των καταστάσεων και την ποικιλότητα των προσώπων.

Εχει όρια; Κι αν ναι, πότε αυτά ξεπερνιούνται;

Γ.Α.Μ.: Κατά τη γνώμη μου, περιορίζεται από τα ψυχοσωματικά χαρακτηριστικά του ανθρώπου.

Η μυστική εμπειρία μπορεί να περιγραφεί με λόγια ή δεν πρέπει να μιλάμε γι' αυτήν;

Γ.Α.Μ.: Πιστεύω ότι αυτός που τη βιώνει, δεν την περιγράφει ως δικό του βίωμα, αλλά επειδή είναι μία ανθρώπινη εμπειρία μιλάμε και συζητάμε γι' αυτήν.

Αυτή η εμπειρία ξεφεύγει από την πραγματική πραγματικότητα;

Γ.Α.Μ.: Οχι. Η μυστική εμπειρία είναι στοιχείο της πραγματικής φυσικής πραγματικότητας. Δηλαδή, μιλώντας φιλοσοφικά, πιστεύω ότι ερμηνεύεται νατουραλιστικά.

Είναι σαν ένα φως φωτεινότατο;

Γ.Α.Μ.: Εχει την αίσθηση του φωτός, αλλά προσωπικά δεν πιστεύω ότι προκαλείται από εκπομπή φωτονίων ή ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων.

Η ερμηνεία αυτής της αίσθησης είναι πέρα από τη Φυσική και πέρα από τη Θεολογία;

Γ.Α.Μ.: Ερμηνεύεται με τη σύνθεση της Φυσικής με τη Θεολογία. Αυτή η σύνθεση καταλήγει στο να αποδοθεί φυσική υπόσταση στην πληροφορία. Δηλαδή, η πληροφορία να συνιστά ένα μη αναγώγιμο σε κάτι άλλο φυσικό στοιχείο του Σύμπαντος, όπως είναι η ύλη και η ενέργεια.

Με την επιστήμη της Κβαντομηχανικής καταργήθηκε ο Θεός;

Γ.Α.Μ.: Δεν θα πω μόνον όχι, αλλά θα πω ότι κάθε άμεση ανάμειξη της Κβαντικής Φυσικής με θεολογικά θέματα συνιστά βιασμό και της Κβαντικής Φυσικής και της Λογικής.

Τον Θεό έχουμε τη δυνατότητα να τον σκεφτόμαστε με τη Λογική;

Γ.Α.Μ.: Η Λογική έχει ένα πεδίο εφαρμογής. Κάποιο τμήμα της έννοιας του Θεού εμπίπτει στον χώρο αυτό, με συνέπεια οι λογικές κατασκευές των θεολογιών και των θρησκειών να εμπίπτουν στα όρια και στον έλεγχο της Λογικής.

Στο βιβλίο σας «Σοκ και δέος» υποστηρίζετε ότι η πίστη στη θεότητα του Χριστού σβήνει, όπως κάποτε έσβησε η πίστη στο λάλον ύδωρ του Απόλλωνος;

Γ.Α.Μ.: Η φράση «Ο Χριστός είναι Θεός» έχει χάσει όλο το αρχαίο περιεχόμενό της, και επομένως αυτό έχει ήδη συμβεί. Απλώς η κοινωνία μας δυσκολεύεται και θα δυσκολευτεί ακόμη να το χωνέψει.

Γιατί όμως;

Γ.Α.Μ.: Σ' αυτή την πίστη υπάρχουν εθνικές και πολιτικές επενδύσεις από πολύ παλιά. Αυτός είναι ο λόγος που δυσκολευόμαστε να ομολογήσουμε αυτά τα οποία στην πραγματικότητα καταλαβαίνουμε.

Ο χριστιανισμός που γνωρίζουμε είναι ο χριστιανισμός του Αποστόλου Παύλου;

Γ.Α.Μ.: Νομίζω ότι αυτό η βιβλική επιστήμη το θεωρεί δεδομένο, με την έννοια ότι ο Παύλος διαμόρφωσε την εικόνα που επικράτησε σχετικά με τον Χριστό.

Η επιστροφή στην θρησκεία είναι συγκυριακό φαινόμενο; Οι «προφητείες» του Σάμιουελ Χάντιγκτον περί σύγκρουσης των πολιτισμών θα δικαιωθούν;

Γ.Α.Μ.: Οι θρησκείες επιστρέφουν στο προσκήνιο και για συγκυριακούς λόγους, δηλαδή κοινωνικοπολιτικούς, αλλά πιστεύω ότι υπάρχουν βαθύτεροι υπαρξιακοί λόγοι που ευνοούν αυτή την επιστροφή. Η επιστήμη η οποία προσπάθησε να αντικαταστήσει τη θρησκεία δίνει πολλές απαντήσεις, αλλά αφήνει και καίρια κενά, όσον αφορά τα υπαρξιακά ερωτήματα των ανθρώπων. Ενας ώριμος άνθρωπος μπορεί να ζήσει χωρίς να έχει «τελικές» λύσεις στα υπαρξιακά του ερωτήματα. Ο μέσος άνθρωπος έχει ανάγκη «τελικών» απαντήσεων, τις οποίες μόνον η θρησκεία μπορεί να υποσχεθεί.

Τετάρτη 22 Απριλίου 2009

Η πολιτική και το "Χριστός Ανέστη"


Η προηγούμενη ανάρτηση έχει ένα βαθύτατα πολιτικό χαρακτήρα. Διαβάστε τι έγραφα τον Σεπτέμβριο του 2007, για τις πυρκαγιές της Ηλείας.

ΤΡΙΑ ΑΡΘΡΑ

Όταν μια κοινωνία υφίσταται ένα πλήγμα και δεν καταφέρνει να το αντιμετωπίσει με επιτυχία είναι φυσικό να αναπτύσσεται στους κόλπους της προβληματισμός για τα αίτια της αποτυχίας. Αυτό συμβαίνει και με τις καταστροφικότατες πυρκαγιές του Αυγούστου του 2007. Και ο προβληματισμός αυτός αναπτύσσεται σε πολλά επίπεδα. Αναμφισβήτητα η κουλτούρα κάθε κοινωνίας επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο με τον οποίο αντιδρά αυτή στις έκτακτες (καταστροφικές) καταστάσεις. Η διερεύνηση λοιπόν της πολιτιστικής συνιστώσας των αιτίων της αδυναμίας μιας ικανοποιητικής και αποτελεσματικής αντίδρασης της ελληνικής κοινωνίας στο πρόβλημα των πυρκαγιών, είναι ιδιαίτερα σημαντική. Στο φύλλο της Καθημερινής της Κυριακής της 2/9/2007, υπάρχουν τρία άρθρα που διερευνούν αυτήν την συνιστώσα, τα οποία αν και μοιάζουν αρκετά άσχετα μεταξύ τους, εν τούτοις μέσα σε αυτά μπορεί κανείς να ανασύρει υλικό έτσι ώστε να αναδείξει ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες όψεις αυτής της πολιτιστικής συνιστώσας.

Η αφετηρία είναι το άρθρο του κ. Ράμφου ο οποίος διατυπώνει την άποψη ότι το μείζον πρόβλημα του τόπου μας είναι πνευματικό και πρόκειται για την βυζαντινή κληρονομιά μας, δηλαδή την βυζαντινή παράδοση. Μια άποψη εξαιρετικά προκλητική, και, για τα αυτιά των περισσοτέρων, ανήκουστη. Ο κ. Ράμφος θα έχει τους δικούς του λόγους να την υποστηρίζει και ίσως θα πρέπει να τους αναπτύξει δεόντως. Καθώς και εγώ συμμερίζομαι αυτήν την άποψη έμμεινα έκπληκτος όταν διαβάζοντας τα δύο άλλα άρθρα διαπίστωσα ότι παρέχουν το αναγκαίο υλικό για την ερμηνεία και υποστήριξη της άποψης αυτής.

Στο βιβλίο μου, Ο Πλανήτης της Θεολογίας, έχω αναπτύξει την άποψη ότι η βυζαντινή πα-ράδοση καταλήγει να δημιουργεί ένα εικονικό σύμπαν στο οποίο οι αρχές της και οι διδασκαλίες της έχουν απόλυτη ισχύ, να δημιουργεί δηλαδή ένα ψεύτικο κόσμο τον οποίον όμως να αξιολογεί ως τον μόνο αληθινό και ο οποίος έχει αιώνια και απόλυτη αξία. Προκειμένου η απάτη να μένη αφανής, είναι αναγκαίο η παράδοση αυτή να εθίζει τον άνθρωπο στον πλήρη διαχωρισμό αυτού που συμβαίνει στην πραγματική ζωή, από αυτό που τον προτρέπουν να πιστεύει ότι συμβαίνει. Η μεγάλη ισχύς της Εκκλησίας βρίσκεται στο γεγονός ότι καταφέρνει να διατηρεί αυτόν τον διαχωρισμό, με την βοήθεια μιας πλειάδας ψυχολογικών και άλλων μηχανισμών. Αιώνες πριν από την δημιουργία του Second Life, η Εκκλησία έχει δημιουργήσει τον δικό της κόσμο, ζει στον δικό της εικονικό πλανήτη και όχι στην δική μας γη.

Η ελληνική κοινωνία βρίσκεται κάτω από την άμεση ή την έμμεση επίδραση αυτής της παράδοσης, καθώς τα μέλη της, εξ απαλών ονύχων, είναι υποχρεωμένα στα σχολικά έδρανα να εθίζονται και εν τέλει να συμβιβάζονται με την ύπαρξη αυτού του διχασμού. Μια κοινωνία που έχει ενσωματωμένη στην κουλτούρα της μια τέτοια στάση απέναντι στην ζωή είναι μοιραίο να μην μπορεί να κάνει ποτέ ουσιαστική αυτοκριτική, να αποστρέφεται την κάθε είδους αξιολόγηση, να μην μαθαίνει ποτέ. Αυτήν όμως την πραγματικότητα δεν περιγράφει με γλαφυρότητα το άρθρο του κ. Χαρίδημου Τσούκα; Το δεύτερο της τριλογίας. Μια κοινωνία που εθίζεται στην ύπαρξη του εικονικού εκλησιαστικού σύμπαντος, δεν αντιδρά, δεν εξεγείρεται όταν αυτό προβάλει αξιώσεις και δικαιώματα ωσάν να είναι πραγματικό, μια τέτοια κοινωνία πως είναι δυνατόν να διέπεται από “μια κουλτούρα αποτελεσματικότητας, επαγγελματισμού, αξιοκρατίας και διαρκούς βελτίωσης ” και να μην “παγιδεύεται στην εντυπωσιοθηρία, τον κομματισμό και τη διαπλοκή”; Μια κοινωνία που εκπαιδεύεται να διαχωρίζει την θεωρία από την πράξη, πως είναι δυνατόν να μαθαίνει από αυτά που παθαίνει;

Οποιοσδήποτε έχει επαφή με την ελληνική πραγματικότητα θα συμφωνήσει με τις παρατηρήσεις του κ. Τσούκα, δεν θα θεωρήσει όμως ότι αυτονόητα συνδέονται με την επίδραση της ορθόδοξης παράδοσης στην σύγχρονη ελληνική κοινωνία, και ευλόγως. Έρχεται όμως το τρίτο άρθρο της τριλογίας, αυτό του κ. Γιανναρά στο οποίο προσπαθεί, με έμμεσο τρόπο, να μας πείσει ότι ο εικονικός κόσμος της ορθόδοξης παράδοσης είναι η μόνη άξια λόγου πραγματικότητα.

Ο κ. Γιανναράς οικτίρει την Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδας γιατί δεν μπορεί να δώσει μια ουσιαστική απάντηση στο τεράστιο ερώτημα του γιατί υπάρχει το κακό στον κόσμο. Μα στ’ αλήθεια είναι δυνατόν να έχει κανείς τέτοιες απαιτήσεις από ένα άθροισμα ηλικιωμένων ανθρώπων που αρέσκονται στα πολύχρωμα ρούχα και τις φανταχτερές χάνδρες, και που με δυσκολία μπορούν να αποφασίσουν για το αν μια κρουαζιέρα πρέπει να γίνει υπό την εποπτεία του Πατριαρχείου ή της Αρχιεπισκοπής; Ο κ. Γιανναράς δεν προβάλλει αυτήν την αξίωση ούτε από ανοησία ούτε από άγνοια, αλλά γιατί στον εικονικό πλανήτη όπου έχει ισχύ η θεολογία της ορθόδοξης παράδοσης, και την οποία ενστερνίζεται και προωθεί, όταν προκύπτουν τέτοια δύσκολα ερωτήματα, ο Θεός δίδει τις απαντήσεις φωτίζοντας με το Άγιο Πνεύμα τις συνόδους των επισκόπων. Και είναι τέτοια η δύναμη της εκκλησιαστικής προπαγάνδας ώστε και ο κ. Γιανναράς να μην έχει προσέξει την πλήρη διάψευση μέσα στην ιστορία της παραπάνω διδασκαλίας. Ποτέ η σύνοδος των επισκόπων δεν αποφάσισε κάτι ενάντια στην, ήδη προηγηθείσα, επιλογή της κρατικής εξουσίας, και όταν, εδώ και 6 αιώνες, η κρατική εξουσία έπαψε να ενδιαφέρεται για τα θεολογικά θέματα, καμία σύνοδος δεν αποφάσισε για κανένα θέμα, πέραν των διαδικαστικών και διοικητικών, όσων βέβαια δεν ήταν δυνατόν να παραπεμφθούν στην κρατική εξουσία.

Αυτά και άλλα πολλά όμοια τα γνωρίζει ο κ. Γιανναράς και όμως δεν τα λαμβάνει υπ’ όψιν του. Και υπάρχει σοβαρός λόγος γι’ αυτό, τον περιγράφει στην συνέχεια του άρθρου του. Το θέμα δεν είναι η Σύνοδος αλλά “το θριαμβικό ψάλμα στις εκκλησίες «θανάτω θάνατον πατήσας». Στον πλανήτη της ορθόδοξης παράδοσης υποτίθεται ότι αυτό είναι μια εμπειρική πραγματικότητα όχι ψυχολογικής φύσεως. Όταν όμως μια Παράδοση κλείνει τα μάτια στην βίαιη και τραγική πραγματικότητα του θανάτου και αναπτύσσει ένα εικονικό κόσμο και βαπτίζει το όποιο βίωμα βιώνει ο άνθρωπος μέσα σε αυτόν, ως την πραγματική πραγματικότητα, τότε δεν υπάρχει τίποτα από την γήϊνη πραγματικότητα το οποίο να μην μπορεί να αντικατασταθεί από κάτι το εικονικό, από κάτι το ουσιαστικά ψευδές.

Μια κουλτούρα που ακολουθεί το παραπάνω πρόγραμμα, και τέτοια είναι η ορθόδοξη κουλτούρα, δεν ενδιαφέρεται για την γήϊνη ζωή, αλλά υποκαθιστά την ζωή αυτή, μέσα στον ψυχισμό του ανθρώπου, με μια άλλη, εικονική. Μια τέτοια παράδοση υποβαθμίζει την λογική λειτουργία του ανθρώπου, μεγιστοποιεί τις πρακτικές διαχείρισης και υποταγής της ανθρώπινης σκέψης και βέβαια εθίζει τους ανθρώπους στο να αγνοούν αυτό που πραγματικά συμβαίνει και να μεταφέρονται στον κόσμο των φαντασιώσεών τους. Τότε μια κοινωνία που υφίσταται την επίδραση μιας τέτοιας παράδοσης μπορεί να ανέχεται την ηγεσία της να της λέει, την ώρα που οι φωτιές ζώνουν από παντού τον τόπο, ότι η πυροσβεστική άμυνα λειτουργεί άψογα…Τότε αυτή η κοινωνία μπορεί να μην βλέπει καμιά απειλή από το γεγονός ότι οι επιδόσεις της σχεδόν σε όλους τους τομείς είναι οι χειρότερες ανάμεσα στα ευρωπαϊκά έθνη, αλλά να αισθάνεται απειλούμενη από βιβλία του δημοτικού...

Μια κοινωνία είναι ένας εξαιρετικά πολύπλοκος οργανισμός για να μπορεί κανείς να ερμηνεύσει την πορεία της αποκλειστικά με μια ή περισσότερες παραμέτρους. Πρέπει όμως κάποτε να δουμε κριτικά την εκκλησιαστική παράδοσή μας. Μπορεί σήμερα να λειτουργεί ως εικονική πραγματικότητα, μπορεί τώρα να είναι κάτι σαν απολίθωμα, αλλά κάποτε ήταν η ελληνική κοινωνία που ζωοποιούσε αυτό το τωρινό απολίθωμα και με αυτήν την ζωή οφείλουμε να ξανασυνδεθούμε για να πορευθούμε με αποτελεσματικότητα στον στίβο του παγκόσμιου χωριού.

Σάββατο 18 Απριλίου 2009

Το ψέμα του "Χριστός Ανέστη"



Την χώρα μου την αγαπώ όχι γιατί είναι η ομορφότερη ούτε η καλύτερη ούτε για άλλον λόγο παρά για το γεγονός ότι γεννήθηκα σε αυτήν! Όπως θα αγαπούσα κάθε άλλη χώρα στην οποία τυχόν θα γεννιόμουν. Τα τελευταία λοιπόν χρόνια, αυτήν την βδομάδα που ακολουθεί την Κυριακή του Πάσχα, καθώς την βλέπω να γλεντάει και να βγάζει έξω αυτά που ούτε η ίδια ξέρει ότι έχει μέσα της, απελπίζομαι για δαύτην…

Είναι το ψέμα του “Χριστός Ανέστη” που με απελπίζει!

Όχι μην νομίζετε ότι αναφέρομαι στο τυχόν ψευδές γεγονός της Ανάστασης του Χριστού! Ακόμα και να υποθέσουμε, ως υπόθεση εργασίας, ότι όντως ο ιστορικός Ιησούς δεν ανέστη, η πίστη στην ανάστασή του δεν …απειλεί την χώρα μου (μας)! Τώρα το γεγονός ότι αυτή η υπόθεση εργασίας έχει σοβαρά ερείσματα στα ίδια τα κείμενα, είναι …άλλης Κυριακής ανάγνωσμα.

Για σκεφτείτε παρακαλώ λιγάκι. Το είπα ήδη. Η πρόταση “Χριστός Ανέστη”, η φράση που κυριαρχεί στην κοινωνία μας τις μέρες αυτές είναι μια ομολογία πίστης. Δεν είναι το ίδιο με την ευχή Καλά Χριστούγεννα η Καλό Πάσχα, αλλά ομολογία πίστης στην ανάσταση του Χριστού. Ολόκληρη η κοινωνία μας περιστρέφεται γύρω από αυτήν την ομολογία. Και ποιο είναι λοιπόν το πρόβλημα; Το πρόβλημα το αποκαλύπτει το ερώτημα: Την εννοεί, την καταλαβαίνει, την αποδέχεται άραγε η κοινωνία μας αυτήν την ομολογία;

Από όλους όσους παραβρίσκονται το βράδυ της Ανάστασης στις εκκλησίες, ένα ελάχιστο τμήμα πιστεύει στην Ανάσταση και ξέρει τι είναι αυτό που πιστεύει. Ή έστω ξέρει περίπου τι πιστεύει. Ένα άλλο τμήμα αισθητά μεγαλύτερο πιστεύει στην Ανάσταση αλλά αν τους ερωτήσει κανείς, γιατί λέτε Χριστός Ανέστη και όχι π.χ. ο Λάζαρος Ανέστη ( μιλώ για τον Λάζαρο των ευαγγελίων που ανέστησε ο Χριστός) δεν θα είναι σε θέση να δώσει μια σοβαρή και συνεπή απάντηση, θα αυτοσχεδιάσει εκ του προχείρου. Μια ακόμα μεγαλύτερη ομάδα ανθρώπων θα πει ότι μάλλον δεν πολυπιστεύει στην Ανάσταση αλλά λέει το Χριστός Ανέστη είτε από συνήθεια είτε χωρίς να το πολυσκέπτεται. Η συντριπτική λοιπόν πλειοψηφία των συμπολιτών μας προβαίνει σε μια άκρως σημαντική ομολογία πίστης χωρίς να αισθάνεται και χωρίς να ενοχλείται από το ότι αυτή η ομολογία είναι άνευ αντικρίσματος, άνευ περιεχομένου, σχεδόν άνευ λόγου…

Κάθε φορά λοιπόν που ακούω ένα πολιτικό, ένα δημοσιογράφο, ή …ένα περαστικό να λέει Χριστός Ανέστη, τα αυτιά μου ακούν Χριστός Ανέστη αλλά στον νου μου καταγράφεται μια δημόσια ομολογία ότι σε αυτήν την κοινωνία μόνο τα λόγια έχουν αξία, δεν χρειάζεται να έχουν περιεχόμενο. Είναι η δημόσια ομολογία μια κοινωνίας ότι άλλο τα λόγια άλλο τα έργα, ότι εκείνο που μετρά είναι στα λόγια να είσαι in!

Μια τέτοια φανταστική πίστη στην Ανάσταση δεν έχει καμιά σχέση με την μεταμόρφωση της Σταύρωσης σε Ανάσταση, αλλά παραπέμπει στην πίστη ότι θα έρθει η Ανάσταση, με κάποιο μαγικό τρόπο, όπως μαγικά αναστήθηκε ο Χριστός, χωρίς να χρειαστεί να περάσουμε από τον Σταυρό. Εδώ βρίσκεται το μέγα κόλπο, η παράκαμψη του κόπου, του μόχθου, των έργων… Άραγε είναι δυνατόν να μην έχει σχέση αυτό το κόλπο με τα κόλπα που κυριαρχούν στην ελληνική κοινωνία;

Τι προοπτική μπορεί να έχει μια τέτοια κοινωνία στο σύγχρονο χωνευτήρι των λαών του πλανήτη γη;

Και θα μου πει κάποιος γιατί σκάω. Έ είπαμε την αγαπώ την χώρα μου…

Τετάρτη 15 Απριλίου 2009

Για τον Σταυρό


Πάντα μου προξενούσε θαυμασμό το γεγονός ότι ο δυτικός άνθρωπος αψηφά τον πόνο, τον κόπο ακόμα και τον θάνατο προκειμένου να πετύχει τις επιδιώξεις του. Για μένα δυτικός άνθρωπος είναι ο δυτικοευρωπαίος αλλά και ο αρχαίος Έλληνας και ο αρχαίος Ρωμαίος. Ο μεσαιωνικός Έλληνας ήταν διχασμένος, μισός ανατολίτης και μισός δυτικός, αυτό όμως είναι άλλο θέμα. Σκέπτομαι λοιπόν ότι ο αρχαίος έλληνας είδε πέρα από τον πόνο, πέρα από τον κόπο και το κακό, ότι πίσω από όλα αυτά αναδύεται το καλό. Έλεγε: Τα αγαθά κόποις κτώνται και ουδέν κακόν αμιγές καλού. Μια στάση θετική, δημιουργική που τον έκανε να επεκταθεί σε όλον τον (τότε) κόσμο. Μπορεί κανείς να πει ότι ήταν ευτύχημα ή φυσική συνέπεια το γεγονός ότι αυτή η στάση ενσωματώθηκε και στην θρησκεία του, τον χριστιανισμό.

Το όπλο του χριστιανισμού αλλά και η δύναμη του δυτικού ανθρώπου ήταν για αιώνες ο σταυρός. Μέσα από το σύμβολο αυτό εκφράστηκε, καλλιεργήθηκε και αναπτύχθηκε αυτή η θετική και δημιουργική πνοή που χαρακτηρίζει το δυτικό άνθρωπο και τον διαστέλλει από τις υπόλοιπες κουλτούρες, για τις οποίες ο πόνος και ο κόπος είναι αρνητικά στοιχεία από τα οποία το μόνο το οποίο μπορεί να ελπίζει κανείς είναι το να λυτρωθεί. Ναι, είμαι ευτυχής που ζω σε κοινωνία που παλιά ήταν χριστιανική γιατί ξέρω ότι στο πολιτιστικό μου αίμα κυκλοφορεί η πίστη ότι την Μεγάλη Πέμπτη την ακολουθεί αναπότρεπτα το Πάσχα!

Καθώς θυμάμαι όμως τα λόγια των ευαγγελίων, θυμάμαι τα λόγια του Χριστού: όποιος θέλει ας σηκώσει τον σταυρό του και ας με ακολουθήσει. Και σκέπτομαι, η θετική και δημιουργική διάσταση του συμβόλου του σταυρού αναπτύχθηκε μετά τον θάνατό Του. Πως λοιπόν ο ευαγγελιστής βάζει τα λόγια αυτά στο στόμα του Χριστού; Μάλλον λοιπόν δεν είναι λόγια του Χριστού αλλά ιδέες του ευαγγελιστού που απηχούν αυτήν την θετικότητα της αρχαιοελληνικής σκέψης…

Ο σταυρός, όπως κάθε όπλο, έχει πολλαπλές χρήσεις. Όπως και κάθε τι το ανθρώπινο είναι γκρίζο, άλλοτε είναι καλό και εμπνέει δημιουργικά και άλλοτε μαυρίζει και γίνεται όπλο που εξολοθρεύει τους εχθρούς!

Είμαι ευτυχής που ζω σε εποχή κατά την οποία μπορώ να διαλέξω.