Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα εσωτερικότητα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα εσωτερικότητα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2009

Ο νοητός ήλιος




Επί τη ευκαιρία των εορτών έστειλα στους γνωστούς μου ένα e-mail με την παρακάτω ευχή:
Χρόνια Πολλά!!
Καλά Χριστούγεννα και ευτυχές το νέο έτος!
Είθε ο νοητός ήλιος να μας φωτίζει και οι εκλάμψεις του να μας τροφοδοτούν με αρμονία, δημιουργικότητα και αγάπη!
Αρκετοί από τους παραλήπτες εξέφρασαν την απορία, ποιος είναι αυτός ο ήλιος που εύχομαι να μας φωτίζει. Μερικοί ήταν ευγενικοί κάποιοι όμως με αποπήραν που τόλμησα να οικειοποιηθώ τον ήλιό τους. Ξέρετε, οι μονοθεϊστές συχνά θεωρούν ότι έχουν τα πνευματικά δικαιώματα της λέξης Θεός και οτιδήποτε παραπέμπει σε αυτήν.
Ανεξάρτητα από όλα αυτά μου φαίνεται καλό να πω τι εννοώ, γιατί και πάλι καθώς με έκαναν να σκεφτώ διαπίστωσα ότι πίσω από αυτήν την ευχή κρύβονται αρκετά ενδιαφέροντα νοήματα. Κατ’ αρχάς ήλιος είναι …ο ήλιος που μας φωτίζει, μας ζεσταίνει, μας ζωοποιεί, μας κάνει να χαιρόμαστε την ζωή μας. Φυσικά εδώ χρησιμοποιώ την λέξη μεταφορικά, αλλά πάλι με την ίδια έννοια. Ο ήλιος για τον οποίο μιλώ είναι κάθε τι που μας φωτίζει, μας ζεσταίνει, μας ζωοποιεί, κάθε τι που αγαπάμε, που θέλουμε, που επιθυμούμε, κάθε τι που μας κάνει να χαιρόμαστε την ζωή μας. Η ευχή λοιπόν έχει το νόημα τέτοιοι «ήλιοι» να υπάρχουν στην ζωή μας και να μας την κάνουν αρμονική, δημιουργική, γεμάτη αγάπη. Εύχομαι δηλαδή να υπάρχουν στην ζωή μας όλα τα απαραίτητα στοιχεία που συγκροτούν τον ήλιο ο οποίος είναι τόσο αναγκαίος για όλους μας.
Ο σκληρός πυρήνας του μονοθεϊσμού θεωρεί ότι μόνο ένας τέτοιος ήλιος υπάρχει, ο δικός τους θεός και κάθε άλλο από αυτά που εγώ εύχομαι τα θεωρεί ανταγωνιστικά προς τον δικό τους ήλιο και γι’ αυτό καταλήγουν να μισούν την πραγματική ζωή… Οι πιο προοδευτικοί μονοθεϊστές πασχίζουν να δώσουν ένα νόημα σε αυτούς, τους δικούς μου, ήλιους αλλά ποτέ δεν μπορούν να τους δεχθούν ως αυτόνομους, τους φαντάζονται κάπως σαν την …σελήνη, ότι αντανακλούν τρόπον τινά το φως του δικού τους ήλιου. Μου λεν λοιπόν, αφού εσύ δεν πιστεύεις στον δικό μας ήλιο, τι στο καλό εύχεσαι; Ας βρουν οι ίδιοι την απάντηση.
Εγώ για άλλο πράγμα θέλω να μιλήσω. Σκέφτηκα λοιπόν ότι ο …αυθεντικός ήλιος, ανατέλλει καθημερινά …βρέξει χιονίσει. Ότι και να κάνουμε εμείς αυτός είναι εκεί και μας χαμογελά! Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τους νοητούς, ή περιληπτικά με τον νοητό ήλιο! Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι αύριο το πρωΐ θα είναι εκεί και θα μου χαμογελά! Ο νοητός ήλιος εξαρτάται από εμένα. Αν δεν τον φροντίσω αυτός θα αρνηθεί να ανατείλει! Ή αν ανατείλει μπορεί να είναι σκεπασμένος από σύννεφα και να μην τον βλέπω! Απ’ ότι αντιλαμβάνομαι πολύ λίγοι άνθρωποι γνωρίζουν αυτήν την σκληρή πραγματικότητα. Οι περισσότεροι πέφτουν να κοιμηθούν πιστεύοντας ότι αυτοδικαίως και αυτονοήτως το πρωΐ θα τους φωτίσει ο νοητός ήλιος, ότι σχεδόν έχει υποχρέωση να το κάνει. Και όταν συχνά πυκνά αυτός αρνείται να είναι εκεί, τα βάζουν μαζί του ή με όποιον άλλον, παρεκτός την δική τους αμέλεια!
Θα σας πω και ένα μυστικό! Δεν είναι μόνο που δείχνω περισσή φροντίδα ώστε κάθε πρωΐ να ανατέλλει ο ήλιος μου, αλλά φροντίζω τον πλανήτη μου να τον φωτίζουν πολλοί ήλιοι, έτσι ώστε όταν δύει ο ένας να ανατέλλει ο άλλος και αν κάποιος δυστροπήσει και μείνει στο σκοτάδι, να υπάρχει πάντα ένας …αναπληρωματικός! Έτσι στον πλανήτη μου να υπάρχει πάντα φως!
Αυτό λοιπόν σας εύχομαι για την νέα χρονιά: Πάντα στο φως. Υπάρχουν τόσοι τρόποι, δεν μπορεί κάποιον θα βρείτε και εσείς!
Καλή Χρονιά!

Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2009

Λίγα λόγια για την εργασία



Για πολλά χρόνια αφιέρωνα καθημερινά δύο ώρες για την προσευχή και τουλάχιστον άλλες δύο ώρες σε αυτήν την εργασία προετοιμασίας. Δεν ξεκινούσα την προσευχή αν δεν ολοκληρωνόταν αυτή η εργασία που είχε σαν σκοπό και τέλος την εξισορρόπηση του ψυχισμού. Στο τέλος της η προσευχή ερχόταν τελείως αβίαστα, φυσιολογικά και υπήρχε ένας θετικός κύκλος ανάδρασης. Η εργασία προετοίμαζε την προσευχή και η προσευχή καθιστούσε όλο και πιο αποδοτική την εργασία. Με την πάροδο των χρόνων φυσικά ο άνθρωπος ωριμάζει, ο ψυχισμός εξομαλύνεται και η ανάγκη για την εργασία αυτή περιορίζεται ως προαπαιτούμενο για την προσευχή. Παραμένει όμως πάντα κεντρικό στοιχείο της ζωής και της ζωής μου.

Μέσα σε αυτήν την εργασία μαθαίνει κανείς να διακρίνει, να αποφασίζει. Η αίσθηση που έχει για τα πράγματα διευρύνεται πλουτίζει, όχι με λογικές αναλύσεις, αλλά με μια εσωτερική πληροφορία για την οποία έχω μιλήσει πολλές φορές σε άλλα κείμενά μου. Μέσα από μια τέτοια διαδικασία ο άνθρωπος “γνωρίζει” τι πρέπει να κάνει, βαδίζει με σταθερά βήματα στην ζωή του, παίρνει αποφάσεις που φαντάζουν πολύ δύσκολες αλλά γι’ αυτόν είναι προφανείς…

Υπάρχει η εντύπωση ότι η νοερά προσευχή πρέπει να καλλιεργείται στην απομόνωση. Η αλήθεια είναι ότι η νοερά προσευχή δεν μπορεί, είναι φύσει αδύνατον να καλλιεργηθεί στην απομόνωση. Τουλάχιστον για τα πρώτα, πολλά, χρόνια. Και ο λόγος είναι ότι την ποιότητά της και τα αποτελέσματά της τα καταλαβαίνει κανείς μόνο στην συναναστροφή με τους άλλους. Διαβάζοντας τα τελευταία χρόνια τα βιβλία του Ίρβιν Γιάλουμ κατανόησα ότι για μένα η συναναστροφή μου με τον οποιοδήποτε άλλο ήταν ένα είδος ομαδικής ψυχοθεραπείας όπου καθοριστικό ρόλο έπαιζε το εδώ και τώρα. Για χρόνια η παρατήρηση του τρόπου με τον οποίο αντιδρούσα στην συμπεριφορά των άλλων απέναντι μου ήταν ο οδηγός και το κριτήριο για τον έλεγχο της ποιότητας της πνευματικής μου εργασίας. Η μόνωση, η απουσία συναναστροφών στερεί τον άνθρωπο από τις αφορμές εκείνες που θα του φανερώσουν τα σημεία στα οποία κανείς πάσχει.

Μέσα από τέτοιες διαδικασίες και τέτοιους τρόπους, η νοερά προσευχή ολοκληρώνει την προσωπικότητα του ανθρώπου, του αναπτύσσει ένα υγιή ατομισμό, σε πλήρη αντίθεση με το υπόλοιπο εκκλησιαστικό σύστημα που βασίζεται στην εκμηδένιση της προσωπικότητας του ανθρώπου. Ο άνθρωπος πατάει σε σταθερό έδαφος, έχει πλήρη συναίσθηση αυτού που θεωρεί ως αμαρτωλότητά του αλλά αυτό δεν τον προβληματίζει γιατί βιώνει ταυτόχρονα αυτό που θεωρεί ως ζωντανή σχέση με τον Θεό. Οι ανεξέλεγκτες ενοχές εξαφανίζονται. Όλα αυτά είναι καταγεγραμμένα στα ασκητικά βιβλία και στους εκτενείς βίους των αγίων που ακολούθησαν αυτήν την οδό, οι οποίοι όμως δεν είναι πολλοί. Πλην όμως είναι σκεπασμένα με τόσα άλλα στοιχεία που προέρχονται από την λανθασμένη ανθρωπολογία και κοσμολογία, που πια αμφιβάλω αν έχει νόημα για τον μέσο άνθρωπο η ενασχόληση με τα κείμενα αυτά.

Επειδή όλη αυτή η διαδικασία είναι μια διαρκής ακροβασία μεταξύ διαφορετικών έως αντιθέτων καταστάσεων αναπτύσσεται έντονη θεολογική συνείδηση. Η θεολογία από ένα αφηρημένο σύστημα γίνεται κάτι ουσιώδες, αναγκαίο στοιχείο για την κατανόηση και αξιολόγηση του βιώματος. Το βίωμα από μόνο του δεν έχει καμιά αξία, έχει αξία όταν είναι αληθινό και έχει πράγματι διαφορά σημαντικότατη το να είναι αληθινό ή όχι, όπως εξήγησα προηγουμένως. Η θεολογία, σταδιακά και αυθόρμητα έρχεται στο κέντρο του ενδιαφέροντος. Η θεολογική ακρίβεια φαντάζει να είναι το απαραίτητο στοιχείο για την αληθινή πνευματικότητα. Αυτή η αντίληψη υπάρχει και στα εκκλησιαστικά βιβλία και την είχα ενστερνισθεί πλήρως, αλλά όπως έδειξε η συνέχεια είναι εντελώς λανθασμένη

Η χριστιανική θεολογία, αλλά και πρακτική, έχει ένα έντονο νεοπλατωνικό χαρακτήρα με συνέπεια την χαρακτηριστική υποτίμηση του σώματος. Και πράγματι στην όλη διαδικασία που περιγράφω το σώμα, τουλάχιστον επισήμως, δεν λαμβάνει μέρος. Σιωπηλώς συμμετέχει με την χρήση του κομποσκοινιού, πλην όμως η συμμετοχή αυτή είναι άτυπη. Αυτή η έλλειψη συνιστά το σημαντικότερο μειονέκτημα της μεθόδου που περιγράφω και ίσως να είναι η αιτία του μικρού ποσοστού επιτυχίας που εμφανίζει στο σύνολο των όσων την ασκούν. Και σε αυτό το σημείο μπορώ να ισχυρισθώ ότι στάθηκα τυχερός γιατί πολύ πριν μπω σε αυτήν την διαδικασία είχα μάθει, δεν ξέρω ούτε το πώς, ούτε το γιατί, να αισθάνομαι και να ακούω το σώμα μου και να λειτουργώ με αυτό. Έτσι δεν έχασα εντελώς την επαφή με αυτό, κάτι που είναι πλέον πολύ σημαντικό. (Συνεχίζεται)

Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2009

Νοερά Προσευχή

Τα πράγματα άλλαξαν όταν άρχισα να αφιερώνω χρόνο στην λεγόμενη νοερά προσευχή. Δεν θυμάμαι ακριβώς πότε άρχισα, αλλά στο τελευταίο έτος θυμάμαι καλά ότι την εξασκούσα πλήρως. Έκτοτε για μια εικοσαετία ήταν η σημαντικότερη δραστηριότητα της ζωής μου και ήταν αυτή που καθόρισε την εξέλιξή μου, μέχρι την στιγμή που αποφάσισα να την αφήσω, όπως θα διηγηθώ στην συνέχεια.

Δεν θα μιλήσω εδώ για τον τρόπο και την διαδικασία της νοεράς προσευχής, αλλά θα περιγράψω το τελικό αποτέλεσμα, έτσι όπως το εβίωνα όλα αυτά τα χρόνια. Θα μπορούσα να πω ότι το βίωμα αυτό δεν άλλαξε σημαντικά με την πάροδο του χρόνου, άλλαξε η ευκολία με την οποία μπορούσα να το βιώσω, το πιο σημαντικό όμως είναι ότι αυτό άλλαξε, νομίζω δραματικά, εμένα.

Τι είναι όμως νοερά προσευχή; Είναι το μυστικό χαρτί της ορθόδοξης πνευματικότητας και γι’ αυτήν μπορεί κανείς να βρει άφθονη βιβλιογραφία, είτε γραμμένη από σύγχρονους είτε από παλαιούς. Η αλήθεια όμως είναι ότι δεν θα καταλάβει και πολλά και ο λόγος είναι ότι χρησιμοποιείται μια ορολογία που έχει χάσει προ πολλού την σημασία της. Τα κείμενα των παλαιών έχουν μέσα τους πραγματικά διαμάντια, πλην όμως είναι καλυμμένα με πολλές στρώσεις περιττών ή λανθασμένων στοιχείων. Φυσικά εγώ τότε δεν μπορούσα να καταλάβω κάτι τέτοιο και έτσι έχω αφιερώσει άπειρες ώρες διαβάσματος και έχω μελετήσει ότι έχει γραφτεί σχετικά, προσπαθώντας να το εφαρμόσω.

Το εγχείρημα είχε, για μένα, άμεση επιτυχία. Εκ των υστέρων γνωρίζω ότι αυτό είναι εξαιρετικά σπάνιο. Πολύ λίγοι άνθρωποι το καταφέρνουν και φυσικά μιλώ για μοναχούς και λαϊκούς που αφιερώνονται σε αυτήν την προσπάθεια. Αυτό είχα την ευκαιρία να το διαπιστώσω, χωρίς όμως να το καταλάβω, από την πρώτη αρχή καθώς ο τότε πνευματικός μου σχεδόν με ειρωνευόταν όταν του έλεγα τα σχετικά… Βέβαια μεγαλώνοντας και ταξιδεύοντας, επισκεπτόμενος όλα τα μοναστήρια και όλους τους γνωστούς πνευματικούς διαπίστωσα με έκπληξη στην αρχή, στο τέλος το συνήθισα, πόσο λίγοι αντιλαμβάνονταν γιατί πράγμα μιλούσα. Οι περισσότεροι ούτε που πίστευαν ότι υπάρχουν τέτοια πράγματα. Φυσικά τώρα καταλαβαίνω πολύ περισσότερα, πλην όμως δεν θα κουράσω τον αναγνώστη με τα διάφορα συναφή προβλήματα, που όμως είναι άκρως ενδιαφέροντα για όσους ασχολούνται με την ορθόδοξη πνευματική ζωή.

Ας επανέλθω στο ερώτημα, τι είναι η νοερά προσευχή. Κατ’ αρχήν είναι κάτι το εξαιρετικά ανιαρό και αδιάφορο. Κάθεσαι και επαναλαμβάνεις διαρκώς την ίδια φράση, συνήθως την φράση «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με τον αμαρτωλό». Για την πλειοψηφία των ασχολουμένων με αυτήν την εργασία, είναι μια επίπονος διαδικασία κατά την οποία εφαρμόζουν διάφορες τεχνικές, οι οποίες στο τέλος, μετά από πολύ χρόνο και κόπο αποφέρουν κάποια οφέλη, δηλαδή κάποια ευχάριστα συναισθήματα.

Για λίγους όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Μετά από μικρή και σύντομη προσπάθεια ανακαλύπτουν θα έλεγα ένα μυστικό πέρασμα, ή μια μυστική κίνηση, ένα μυστικό τρόπο αλλαγής της νοητικής – ψυχικής και συναισθηματικής τους κατάστασης η οποία έχει θαυμαστά αποτελέσματα. Στην αρχή αυτή η ανακάλυψη του μυστικού δρόμου γίνεται με κάποια προσπάθεια, και απαιτούνται προϋποθέσεις όπως η ησυχία, η μόνωση, ο διαλογισμός και βέβαια η χρήση της προαναφερθείσας φράσης ή κάποιας άλλης ανάλογης. Με τα χρόνια όμως τίποτα από αυτά δεν είναι αναγκαία, αν και πάντα παραμένουν επιθυμητά.

Είναι μια κατάσταση καθαρά ανεικονική και χωρίς οποιαδήποτε σκέψη, την οποία ο άνθρωπος βιώνει να λαμβάνει χώρα στον χώρο όπου βρίσκεται η σωματική καρδιά, εξ ου και η παράλληλη ονομασία, καρδιακή προσευχή. Δημιουργείται η αίσθηση ότι στον χώρο αυτό υπάρχει ένα άνοιγμα από το οποίο εισέρχεται στον άνθρωπο κάποιο είδος ενέργειας, μιας γλυκιάς θέρμης, μια ευχάριστη ακτινοβολία, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για αίσθηση φωτός, χωρίς να είναι κατ’ ουδένα τρόπο ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, άλλωστε δεν είναι αισθητή με τα μάτια, που μπορεί να μην βλέπουν τίποτα, στην αρχή το σκοτάδι βοηθά, στην συνέχεια τα μάτια μπορούν να βλέπουν, ότι βλέπουν, χωρίς να χάνεται αυτή η αίσθηση.

Αυτή η αίσθηση έχει ένα έντονο ερωτικό χαρακτήρα, η ανθρώπινη ύπαρξη ελκύεται από αυτό το “φως” και το βιώνει ως τρίτη παρουσία προς την οποία στρέφεται με έντονα αισθήματα ανταπόκρισης. Εφόσον ζούμε σε χριστιανική κοινωνία, και εγώ, το εκλάμβανα ως την παρουσία του Θεού, πιο συγκεκριμένα του Χριστού. Είχα την αίσθηση ότι από την άλλη πλευρά υπάρχει κάποιος Άλλος, και βέβαια δεν μπορούσε παρά να είναι ο Χριστός. Αυτή η στροφή της προσοχής προς το “φως” επικέντρωνε τον εαυτό σε αυτήν την σχέση η οποία είναι μια σχέση ανταλλαγής αγάπης, δημιουργείται ένας δεσμός ανάμεσα σε εσένα και Αυτόν που πιστεύεις ότι υπάρχει από την άλλη πλευρά. (Συνεχίζεται)

Τρίτη 28 Ιουλίου 2009

Περί ορίων ο λόγος


Βρέθηκα για λίγες μέρες στην Άνδρο, αυτό που λένε για διακοπές. Μια από αυτές πήγα για κολύμπι στην παραλία του Πισολιμνιώνα. Εκείνη την ημέρα είχε ανέμους οκτώ μποφώρ και η παραλία αυτή βρίσκεται προς βορά, κοντά στον γνωστό και τρομερό Κάβο Ντόρο. Πρόκειται για ένα κολπίσκο ο οποίος είναι σχετικά φυλαγμένος από τους βόρειους ανέμους και λίγο πιο πάνω υπάρχει μια μικρή χερσόνησος που τον προστατεύει κάπως από τα μεγάλα κύματα του πελάγους.

Ναι, αλλά εγώ έχω ψώνιο με την θάλασσα και κολυμπάω μεγάλες (σχετικά) αποστάσεις. Για το τωρινό επίπεδο φυσικής κατάστασης μια απόσταση συνολικά 3000 μέτρων είναι μια λογική απόσταση, οπότε κανένας κολπίσκος δεν με χωράει! Οκτώ μποφόρ στο Αιγαίο σημαίνει κοσμοχαλασιά. Όσο κολυμπούσα μέσα στον κόλπο η κοσμοχαλασιά κυκλοφορούσε πάνω από το κεφάλι μου και κατά διαστήματα μου χτυπούσε με δύναμη. Ο αέρας έπαιρνε νερό το σήκωνε ψηλά και το έριχνε πάλι κάτω, σαν να με κτυπούσε δυνατή καταιγίδα.

Όταν όμως βγήκα από τον κόλπο η κοσμοχαλασιά με κατάπιε. Παλιός θαλασσομάχος δεν χαμπάριζα. Κολύμπησα με όλη μου την δύναμη, όχι τόσο την σωματική, σε αυτήν έκανα οικονομία, αλλά την ψυχική. Τα κύματα, ο αέρας, οι στροβιλισμοί του νερού στους βράχους, ο άγριος βυθός που εξαφανιζόταν στο σκοτάδι και εγώ να κολυμπώ διαρκώς αναζητώντας το πιθανό μοιραίο λάθος μου…

Νάναι καλά το Google Earth, και έτσι ξέρω με ακρίβεια τις αποστάσεις που διανύω, αλλά και που βρίσκονται οι επόμενες παραλίες, δεν πάω στα τυφλά. Κολύμπησα λοιπόν μέχρι την επόμενη παραλία και αφού ξεκουράστηκα λίγο επέστρεψα καλύπτοντας μόνο 2400 μέτρα, έκανα οικονομία just in case

Δεν θα έγραφα τίποτα από αυτά αν δεν πήγαινα ξανά στην ίδια παραλία δύο μέρες μετά, με αέρα έξη μποφόρ. Όλα ήταν ήρεμα και καλά, ξανακολύμπησα την ίδια διαδρομή, άνετα, χαλαρά, επισκέφτηκα το παρακείμενο ιχθυοτροφείο και είδα για πρώτη φορά πως είναι οι κλωβοί που τρέφουν τα ψάρια. Παρεμπιπτόντως με προβλημάτισε έντονα η θέα των τσιπούρων που τρέχαν σαν παλαβές γύρω γύρω μέσα στους κλωβούς. Μήπως άραγε ένα μέρος από το στρες που έχουν μεταφέρεται και σε μας που τις τρώμε; και με τις κότες, τα μοσχάρια ή τα χοιρινά κάτι ανάλογο δεν συμβαίνει; Εν πάση περιπτώσει αφού πήγα στην πιο πέρα παραλία, δεν κόττησα να βγω ευθέως στο πέλαγος, γύρισα πίσω.

Όταν βγήκα έξω, κοίταξα και απόλαυσα την ομορφιά και …άρχισα να σκέπτομαι… Στην πραγματικότητα αυτές οι σκέψεις κρατούν ελάχιστα, θέλει χρόνο να τις κατανοήσω και να τις βάλω σε τάξη. Σκέφτηκα λοιπόν, τι είναι αυτό που με έκανε δυό μέρες πριν να κολυμπήσω με εκείνες τις δραματικές συνθήκες, συνθήκες που μου προξενούσαν έντονο φόβο και άγχος, τι είναι αυτό, που και τόσες άλλες φορές, με κάνει να αψηφώ τον φόβο που αισθάνομαι και να κάνω πράγματα που συνήθως κάνουν τους άλλους να με κοιτούν με απορία.

Και σκέφτηκα ότι είναι η αγάπη των ορίων και της υπέρβασής τους, αυτή που με κάνει να μην σταματώ, κάτι που συμβαίνει με αρκετούς ανθρώπους. Και σκέφτηκα ακόμα, το μυστικό είναι να ξέρεις ότι έχεις όρια, να ξέρεις τα όριά σου, τότε μπορείς να τα υπερβαίνεις με ασφάλεια. Όταν αισθάνεσαι τον εαυτό σου, όταν έχεις καλή σχέση μαζί του, ξέρεις τα όριά του, και ρισκάρεις λίγο παραπάνω και έτσι διαρκώς τα διευρύνεις, διαρκώς προχωράς. Ο φόβος που αισθάνομαι μέσα στην θάλασσα, ή όταν κατεβαίνω το Υμηττό με το ποδήλατο τρέχοντας με 70 Km/h είναι που με κάνει να μην φοβάμαι…

Δεν είναι απλό πράγμα να ξέρεις τα όριά σου. Πρέπει να είσαι σε θέση να ακούς το σώμα και την ψυχή σου, να ξέρεις πότε πρέπει να πεις όχι στις επιθυμίες σου και στους άλλους και να μην ντραπείς να το κάνεις. Να μην διστάζεις να παραδεχθείς τα λάθη σου και να κάνεις τις διορθωτικές κινήσεις που επιβάλουν, να μην εξαρτάσαι από τα όρια και τις δυνατότητες των άλλων. Οι περισσότεροι δεν τα καταφέρνουν και στρέφονται σε άλλους για να τους …ορίσουν. Όταν ζεις στο όριο χαίρεσαι πράγματα που είναι ακατανόητα για τους άλλους. Ζεις την ζωή σου, όποια σου έχει τύχει.

Αυτοί οι οποίοι χρειάζονται άλλους για να τους ορίσουν, δεν ζουν την ζωή τους, αλλά την βλέπουν να περνά από μπροστά τους.

Μερικοί από αυτούς προσπαθούν να την νοηματοδοτήσουν πετώντας πέτρες, ή κατά περίπτωση λάσπη, σε αυτούς που ζουν!

Μπορείτε να φαντασθείτε κάτι πιο τρομακτικό για τις κοινωνίες που εμπνέονται από τον κοινοτισμό, δηλαδή τον ετεροκαθορισμό, από τους ανθρώπους που αγαπούν να ζουν στο όριο;

Ελπίζω να ξαναπάω στην Άνδρο!

Τετάρτη 29 Απριλίου 2009

Με αφορμή τον Παρθενώνα


Κάθε φορά που επισκέπτομαι τον Παρθενώνα μένω ενεός…


Πάνω στην Ακρόπολη υπάρχουν και άλλα μνημεία. Το Θησείο είναι υπέροχο, η Αγορά το ίδιο. Ο Παρθενώνας όμως μου μιλά τελείως διαφορετικά. Είναι ένας βαθύς λόγος, ένας λόγος που μου φαίνεται άρρητος. Τέτοιους λόγους δεν προσπαθώ να τους αναλύσω απλά τους αισθάνομαι… Είναι όμως λόγοι και ως τέτοιοι βάζουν την σκέψη μου σε κίνηση: Τι είδους άνθρωποι ήταν αυτοί που μπορέσαν να εκφράσουν τέτοιο λόγο με τέτοια μέσα; Μπορεί άραγε να βγήκε αυτός ο λόγος κατά λάθος; Τι γνώριζαν οι αρχιτέκτονες της Ακρόπολης και μπόρεσαν να μιλήσουν έτσι; Τι άραγε χάθηκε από την ανθρώπινη γνώση κατά την εξέλιξη του δυτικού πολιτισμού;


Για μένα η απάντηση είναι μία: Χάθηκε η εσωτερική κατανόηση του βάθους των πραγμάτων, δεν μιλώ για θεολογικό ή φιλοσοφικό βάθος, αλλά για καθαρά φυσικό…


Δεν μπόρεσα να ταξιδέψω όσο θα ήθελα, ώστε να επισκεφθώ άλλα ανάλογα μνημεία μακρινών πολιτισμών και να ακούσω τον λόγο τους. Έχω όμως ακούσει τον λόγο άλλων “δικών μας” μνημείων π.χ. ήταν, στα αυτιά μου, πολύ ηχηρός ο λόγος του Καρυέ Τζαμί (Μονή της Χώρας) στην Κωνσταντινούπολη, αγώνας εξόδου στην ζωή…

Τί παράξενο όμως. Ο λόγος του Παρθενώνα εκπέμπεται από το εξωτερικό προς όλους, ο λόγος της Μονής της Χώρας εκπέμπεται από το εσωτερικό, μόνο για αυτούς που είναι μέσα…


Είναι άραγε τυχαίο;


Σχετίζεται άραγε με σύγχρονες στάσεις της ελληνικής κοινωνίας;