Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2009

Περί πλάνης ο λόγος!

(Ας λάβει υπ’ όψη του ο αναγνώστης ότι έχω δουλέψει και την πλάνη χειρός και την μηχανική πλάνη…)

Σε αυτήν την κατάσταση ο νους δεν παύει να λειτουργεί, η αίσθηση του εαυτού δεν χαλαρώνει ούτε χάνεται, απλά η προσοχή είναι έντονα στραμμένη προς το “φως” και όλα τα άλλα έρχονται σε δεύτερη μοίρα. Οι σκέψεις που τυχόν γίνονται ακόμα και οι πράξεις, είπαμε ότι μετά από κάποια χρόνια μπορεί κανείς να έρθει σε αυτήν την κατάσταση κάνοντας διάφορα άλλα πράγματα, γίνονται είτε μηχανικά είτε χωρίς να προσελκύουν την προσοχή. Το ότι ο νους, δηλαδή η λογική σκέψη δεν παύει να λειτουργεί έχει την σημασία της και συμβάλει στην εξέλιξη του εαυτού.

Οι επιπτώσεις όλης αυτής της κατάστασης στην προσωπικότητα είναι παραπάνω από εμφανείς. Κατ’ αρχάς επέρχεται μια συναισθηματική πληρότητα η οποία σταδιακά εκμηδενίζει τις ενυπάρχουσες ανασφάλειες και αποκαθιστά την εσωτερική ισορροπία του ψυχισμού. Αυτά βέβαια με την προϋπόθεση ότι η όλη αυτή διαδικασία γίνεται αβίαστα, φυσικά, φυσιολογικά. Το επισημαίνω αυτό γιατί στον χώρο του μοναχισμού πολλές φορές οι μοναχοί προσπαθούν να βιώσουν αυτήν την κατάσταση κατά ένα εκβιαστικό τρόπο, τότε τα αποτελέσματα είναι εντελώς τα αντίθετα…

Αυτό το “φως” κυριολεκτικά φωτίζει την ύπαρξη και έτσι ο νους βλέπει τον εσωτερικό κόσμο σε ένα ιδιαίτερο, θα έλεγα μοναδικό βάθος και μοναδική καθαρότητα. Κατά την διάρκεια της προσευχής ότι η ένταση του “φωτός” αυξομειώνεται ανάλογα με ποιο τμήμα της ύπαρξης φωτίζει, ή αλλιώς ανάλογα με το είδος των εσωτερικών κινήσεων που συμβαίνουν στον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου ή των σκέψεων που ελκύουν την εσωτερική προσοχή του νου. Διακρίνει κανείς διαρκώς περισσότερο τα του εσωτερικού του κόσμου, τις ανωμαλίες, τα προβλήματα, τις πηγές έντασης και ταραχής, είτε πηγάζουν από το εσωτερικό είτε από το εξωτερικό.

Η όλη διαδικασία συχνά πυκνά, αν όχι πάντα συνοδεύεται με δάκρυα. Αυτό είναι ένα μυστήριο πράγμα γιατί κανείς κλαίει χωρίς προφανή …λυπητερό λόγο. Αρχικά μπορεί να κλαίει με αισθητά δάκρυα, δηλαδή να δακρύζουν τα μάτια του, αλλά σταδιακά τα μάτια δεν δακρύζουν όμως έχει την αίσθηση ότι κλαίει. Και κλαίει …ευτυχισμένα! Τα δάκρυα αυτά έχουν τις ίδιες συνέπειες που έχουν τα συνήθη δάκρυα, εξισορροπούν τον ψυχισμό, ανακουφίζουν την ένταση, γίνονται δάκρυα χαράς και αγάπης, αναπόσπαστο στοιχείο της όλης κατάστασης. Και ο ψυχισμός αλλάζει. Αλλάζει γιατί και εκτός της κατάστασης της προσευχής ο νους, δηλαδή η λογική σκέψη αποκτά μια βαθειά αίσθηση όλων των ψυχικών καταστάσεων. Ένοιωθα σαν όλο το υποσυνείδητο να έρχεται στο φως του συνειδητού.

Είναι απίστευτο το πόσα πολλά κανείς καταλαβαίνει από τον εαυτό του, πόσο πολλά αισθάνεται, με τι ταχύτητα λειτουργούνται όλα αυτά και εντέλει, όλα καταλήγουν στο να μαθαίνει σταδιακά να ελέγχει τον εσωτερικό του κόσμο. Όσο περισσότερο κατανοεί κανείς τον εαυτό του, τόσο περισσότερο κατανοεί και τους άλλους. Η εσωτερική αίσθηση επεκτείνεται και σταδιακά αποκτά την ξεκάθαρη αίσθηση του ναι και του όχι. Αυτό είναι ένα σημείο που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί στην όλη αυτή ιστορία ελλοχεύει ο απλοϊκός συναισθηματισμός, η κατάπτωση σε μια άλλη κατάσταση που στην εκκλησιαστική γλώσσα ονομάζεται πλάνη. Αυτό καθιστά καθοριστικής σημασίας την διαδικασία ελέγχου και μέσα από αυτήν την διαδικασία ο άνθρωπος μαθαίνει να κάνει τις σωστές ερωτήσεις και να δίνει τις ανάλογες απαντήσεις.

Στα εκκλησιαστικά κείμενα για την διάκριση της αλήθειας από την πλάνη στην πνευματική ζωή χρησιμοποιείται μια ορολογία που κρύβει τις βαθιές πραγματικότητες στις οποίες αναφέρονται οι λέξεις αυτές. Όλα όσα έχω ήδη πει είναι καθαρά ψυχικές, ψυχολογικές και συναισθηματικές καταστάσεις. Εν τούτοις μπορεί να έχουν τελείως διαφορετικές ποιότητες και αυτή η διαφοροποίηση είναι μας επιτρέπει να κάνουμε την διάκριση μεταξύ της “αληθινής” πνευματικής κατάστασης και της “πλάνης”. Η βιωματική αίσθηση την “αλήθειας” και της “πλάνης” που έχει κανείς είναι εντελώς ξεκάθαρη, είναι βέβαια ξεκάθαρη όταν κανείς έχει γευθεί και τις δύο καταστάσεις.

Πως μπορούμε να τις περιγράψουμε; Νομίζω ότι υπάρχει ένα κριτήριο που διακρίνει τα πράγματα. Είπαμε ότι πρόκειται για μια κίνηση εσωτερική που παράγει αισθήματα και συναισθήματα. Η υγιής κίνηση είναι στραμμένη προς τα έξω, έχει κανείς την αίσθηση ότι κοιτά αλλού, σε κάποιον άλλο, η όλη κίνηση είναι μια κίνηση προς τα “εκεί” και γίνεται για χάριν του άλλου. Ο νους, η αυτοσυνειδησία, καθώς παρατηρεί τις διάφορες καταστάσεις που βιώνει, δεν κρίνει δεν αξιολογεί δεν ασχολείται με το τι αισθάνεται το εγώ. Ο έλεγχος γίνεται μετά. Την ώρα της προσευχής η στροφή της προσοχής προς τον εαυτό, με σκοπό την αναζήτηση των ευχάριστων συναισθημάτων είναι το πρώτο βήμα προς την διολίσθηση στην αρρωστημένη κατάσταση. Η ολοκλήρωση αυτής της στροφής προς το εγώ είναι η διαμονή, ο εγκλωβισμός της προσοχής στην αυτοπαρατήρηση των συναισθημάτων, και συνιστά την πλάνη.

Γιατί το ευχάριστο συναίσθημα κατά τον τρόπο αυτόν δεν έρχεται παρά μόνο με πίεση και είναι πολύ εύθραυστο, χάνεται εύκολα. Ο άνθρωπος χάνει την ψυχική του ισορροπία και γίνεται ανασφαλής, ευερέθιστος ακόμα και επιθετικός απέναντι στους άλλους, γεμάτος αμφιβολίες και ανησυχίες. Γενικά η διάκριση των δύο καταστάσεων γίνεται από τον τρόπο που συμπεριφέρεται ο άνθρωπος τις υπόλοιπες ώρες της ημέρας, και όχι τόσο την ώρα της προσευχής. Για τον λόγο αυτό η προσευχή για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν μπορεί να σταθεί από μόνη της. Χρειάζεται συστηματική και επίπονη παράλληλη εργασία προετοιμασίας και ελέγχου.(Συνεχίζεται)

Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2009

Νοερά Προσευχή

Τα πράγματα άλλαξαν όταν άρχισα να αφιερώνω χρόνο στην λεγόμενη νοερά προσευχή. Δεν θυμάμαι ακριβώς πότε άρχισα, αλλά στο τελευταίο έτος θυμάμαι καλά ότι την εξασκούσα πλήρως. Έκτοτε για μια εικοσαετία ήταν η σημαντικότερη δραστηριότητα της ζωής μου και ήταν αυτή που καθόρισε την εξέλιξή μου, μέχρι την στιγμή που αποφάσισα να την αφήσω, όπως θα διηγηθώ στην συνέχεια.

Δεν θα μιλήσω εδώ για τον τρόπο και την διαδικασία της νοεράς προσευχής, αλλά θα περιγράψω το τελικό αποτέλεσμα, έτσι όπως το εβίωνα όλα αυτά τα χρόνια. Θα μπορούσα να πω ότι το βίωμα αυτό δεν άλλαξε σημαντικά με την πάροδο του χρόνου, άλλαξε η ευκολία με την οποία μπορούσα να το βιώσω, το πιο σημαντικό όμως είναι ότι αυτό άλλαξε, νομίζω δραματικά, εμένα.

Τι είναι όμως νοερά προσευχή; Είναι το μυστικό χαρτί της ορθόδοξης πνευματικότητας και γι’ αυτήν μπορεί κανείς να βρει άφθονη βιβλιογραφία, είτε γραμμένη από σύγχρονους είτε από παλαιούς. Η αλήθεια όμως είναι ότι δεν θα καταλάβει και πολλά και ο λόγος είναι ότι χρησιμοποιείται μια ορολογία που έχει χάσει προ πολλού την σημασία της. Τα κείμενα των παλαιών έχουν μέσα τους πραγματικά διαμάντια, πλην όμως είναι καλυμμένα με πολλές στρώσεις περιττών ή λανθασμένων στοιχείων. Φυσικά εγώ τότε δεν μπορούσα να καταλάβω κάτι τέτοιο και έτσι έχω αφιερώσει άπειρες ώρες διαβάσματος και έχω μελετήσει ότι έχει γραφτεί σχετικά, προσπαθώντας να το εφαρμόσω.

Το εγχείρημα είχε, για μένα, άμεση επιτυχία. Εκ των υστέρων γνωρίζω ότι αυτό είναι εξαιρετικά σπάνιο. Πολύ λίγοι άνθρωποι το καταφέρνουν και φυσικά μιλώ για μοναχούς και λαϊκούς που αφιερώνονται σε αυτήν την προσπάθεια. Αυτό είχα την ευκαιρία να το διαπιστώσω, χωρίς όμως να το καταλάβω, από την πρώτη αρχή καθώς ο τότε πνευματικός μου σχεδόν με ειρωνευόταν όταν του έλεγα τα σχετικά… Βέβαια μεγαλώνοντας και ταξιδεύοντας, επισκεπτόμενος όλα τα μοναστήρια και όλους τους γνωστούς πνευματικούς διαπίστωσα με έκπληξη στην αρχή, στο τέλος το συνήθισα, πόσο λίγοι αντιλαμβάνονταν γιατί πράγμα μιλούσα. Οι περισσότεροι ούτε που πίστευαν ότι υπάρχουν τέτοια πράγματα. Φυσικά τώρα καταλαβαίνω πολύ περισσότερα, πλην όμως δεν θα κουράσω τον αναγνώστη με τα διάφορα συναφή προβλήματα, που όμως είναι άκρως ενδιαφέροντα για όσους ασχολούνται με την ορθόδοξη πνευματική ζωή.

Ας επανέλθω στο ερώτημα, τι είναι η νοερά προσευχή. Κατ’ αρχήν είναι κάτι το εξαιρετικά ανιαρό και αδιάφορο. Κάθεσαι και επαναλαμβάνεις διαρκώς την ίδια φράση, συνήθως την φράση «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με τον αμαρτωλό». Για την πλειοψηφία των ασχολουμένων με αυτήν την εργασία, είναι μια επίπονος διαδικασία κατά την οποία εφαρμόζουν διάφορες τεχνικές, οι οποίες στο τέλος, μετά από πολύ χρόνο και κόπο αποφέρουν κάποια οφέλη, δηλαδή κάποια ευχάριστα συναισθήματα.

Για λίγους όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Μετά από μικρή και σύντομη προσπάθεια ανακαλύπτουν θα έλεγα ένα μυστικό πέρασμα, ή μια μυστική κίνηση, ένα μυστικό τρόπο αλλαγής της νοητικής – ψυχικής και συναισθηματικής τους κατάστασης η οποία έχει θαυμαστά αποτελέσματα. Στην αρχή αυτή η ανακάλυψη του μυστικού δρόμου γίνεται με κάποια προσπάθεια, και απαιτούνται προϋποθέσεις όπως η ησυχία, η μόνωση, ο διαλογισμός και βέβαια η χρήση της προαναφερθείσας φράσης ή κάποιας άλλης ανάλογης. Με τα χρόνια όμως τίποτα από αυτά δεν είναι αναγκαία, αν και πάντα παραμένουν επιθυμητά.

Είναι μια κατάσταση καθαρά ανεικονική και χωρίς οποιαδήποτε σκέψη, την οποία ο άνθρωπος βιώνει να λαμβάνει χώρα στον χώρο όπου βρίσκεται η σωματική καρδιά, εξ ου και η παράλληλη ονομασία, καρδιακή προσευχή. Δημιουργείται η αίσθηση ότι στον χώρο αυτό υπάρχει ένα άνοιγμα από το οποίο εισέρχεται στον άνθρωπο κάποιο είδος ενέργειας, μιας γλυκιάς θέρμης, μια ευχάριστη ακτινοβολία, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για αίσθηση φωτός, χωρίς να είναι κατ’ ουδένα τρόπο ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, άλλωστε δεν είναι αισθητή με τα μάτια, που μπορεί να μην βλέπουν τίποτα, στην αρχή το σκοτάδι βοηθά, στην συνέχεια τα μάτια μπορούν να βλέπουν, ότι βλέπουν, χωρίς να χάνεται αυτή η αίσθηση.

Αυτή η αίσθηση έχει ένα έντονο ερωτικό χαρακτήρα, η ανθρώπινη ύπαρξη ελκύεται από αυτό το “φως” και το βιώνει ως τρίτη παρουσία προς την οποία στρέφεται με έντονα αισθήματα ανταπόκρισης. Εφόσον ζούμε σε χριστιανική κοινωνία, και εγώ, το εκλάμβανα ως την παρουσία του Θεού, πιο συγκεκριμένα του Χριστού. Είχα την αίσθηση ότι από την άλλη πλευρά υπάρχει κάποιος Άλλος, και βέβαια δεν μπορούσε παρά να είναι ο Χριστός. Αυτή η στροφή της προσοχής προς το “φως” επικέντρωνε τον εαυτό σε αυτήν την σχέση η οποία είναι μια σχέση ανταλλαγής αγάπης, δημιουργείται ένας δεσμός ανάμεσα σε εσένα και Αυτόν που πιστεύεις ότι υπάρχει από την άλλη πλευρά. (Συνεχίζεται)

Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2009

1975


Ποτέ δεν έθεσα στον εαυτό μου το ερώτημα αν πιστεύω στον Θεό. Ο Θεός ήταν για μένα μια αυταπόδεικτη και χειροπιαστή πραγματικότητα. Δεν πρόφθασα να προβληματισθώ γιατί από πολύ μικρός, πρέπει να ήμουν ή στο τέλος του δημοτικού ή στην πρώτη τάξη του γυμνασίου, όταν είχα την πρώτη εμπειρία της παρουσίας του Θεού μέσα μου. Ελάχιστα πράγματα θυμάμαι από την εποχή εκείνη, την εμπειρία όμως αυτήν την διατηρώ καθαρή στην μνήμη μου.

Δεν της έδωσα καμιά σημασία, πέρα από το ότι, θεωρούσα αυτονόητο το να πιστεύω και πήγαινα αδιαμαρτύρητα στην Εκκλησία, όταν με πήγαιναν οι γονείς μου. Τα επόμενα χρόνια δεν συνέβη κάτι το αξιοσημείωτο μέχρι την σημερινή Β΄ Λυκείου, οπότε δύο γεγονότα άλλαξαν την ροή των πραγμάτων. Υπήρχε άγραφο έθιμο, η Ε΄ τάξη του Πειραματικού Θεσσαλονίκης να πηγαίνει ως εκδρομή έτους, το Πάσχα στο Άγιον Όρος! Το φαντάζεσθε; Ήμασταν η τελευταία χρονιά που ακολούθησε το έθιμο αυτό…

1975, στο Άγιον Όρος. Μόλις είχαν έρθει οι νέες συνοδείες, αλλά ακόμα λίγα πράγματα είχαν αλλάξει. Ο τόπος και οι άνθρωποι μου κίνησαν το ενδιαφέρον, και την χρονιά εκείνη επισκέφθηκα το Άγιον Όρος ακόμα δύο φορές. Υπήρχαν άνθρωποι εκεί, εκείνη την εποχή, που είχαν την δική τους σοφία. Επισκέφθηκα ένα καλύβι, όπου ένας σκυφτός γεράκος μας έδωσε κάτι τι, δεν θυμάμαι τι ακριβώς, ένα κέρασμα μέσα σε κονσέρβα από τα περίφημα, εκείνη την εποχή, πιθανόν και τώρα, καλαμάρια Portola και μου είπε μια από τις πιο σοφές κουβέντες που άκουσα ποτέ. Τον ρώτησα, πως θα καταλάβω τι είναι σωστό, ποιο είναι το θέλημα του Θεού, και μου απάντησε: Δια της δοκιμής! Τότε δεν κατάλαβα τι μου είπε, αλλά έμεινε στην μνήμη μου και όσοι καταλαβαίνουν, καταλαβαίνουν…

Το άλλο γεγονός ήταν το ότι βρήκα στην βιβλιοθήκη της τάξης ένα βιβλίο του κ. Γιανναρά, νομίζω το Πείνα και Δίψα. Αυτά τα δύο γεγονότα μου έδωσαν να καταλάβω ότι πίσω από την αφελή πίστη που είχα κρύβονται πράγματα που έχουν μεγαλύτερη αξία και έτσι μέσα στο έντονα πολωμένο κλίμα των πρώτων χρόνων της μεταπολίτευσης, όταν όλοι δήλωναν μαρξιστές δήλωνα μαχητικά χριστιανός. Πάντως όλα ξεχαστήκαν προς στιγμήν, μπροστά την λαίλαπα που λέγονταν, εισαγωγικές εξετάσεις για το πανεπιστήμιο.

Όταν το πανηγύρι για την επιτυχία της εισαγωγής στο πολυτεχνείο τελείωσε, ξαναθυμήθηκα ότι δήλωνα χριστιανός και θέλησα να ασχοληθώ πιο στα σοβαρά με αυτό. Συχνές επισκέψεις στο Άγιον Όρος και μελέτη των θεολογικών βιβλίων των θεολόγων που ήταν στην επικαιρότητα την εποχή εκείνη, αυτών που θα ονομασθούν θεολόγοι της δεκαετίας του 60 και αργότερα νεορθόδοξοι. Είχα καλές επιδόσεις στον τομέα αυτό, αλλά δεν επηρεαζόταν ιδιαίτερα η ζωή μου. (συνεχίζεται).


Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2009

Ο Θεός και ...εγώ


Είχα την ιδέα να δημοσιεύσω στο μπλογκ την εισαγωγή που έγραψα για το νέο μου βιβλίο, το …δεν ξέρω ακόμα τον τίτλο του. Το για πιο λόγο το κάνω είναι …αδιευκρίνιστο. Ίσως γιατί είναι κάπως ανεξάρτητη από το υπόλοιπο βιβλίο, ίσως γιατί για μερικούς γνωστούς μου έχει ενδιαφέρον, ίσως γιατί θέλω να εισπράξω …αντιδράσεις, ίσως γιατί απλά έτσι μου ήρθε. Στην συνέχεια λοιπόν θα την παραθέσω όχι ολόκληρη αλλά κατά τμήματα, χωρίς να αποκλείεται ενδιαμέσως να αναφερθώ σε άλλα θέματα. Όποιος την παρακολουθήσει και δει το κείμενο που θα υπάρχει στο βιβλίο όταν με το καλό αυτό εκδοθεί, σε κανά χρόνο, θα αντιληφθεί την διαφορά που έχει το αρχικό κείμενο ενός έργου (μου) από το τελικό!
Πέρα από ότι πιστεύει ή φαντάζεται ή νομίζει κανείς για τον Θεό, ο Θεός είναι κατ’ αρχάς μια λέξη και μια έννοια. Μια λέξη και μια έννοια που εξάπτει την φαντασία, τον προβληματισμό και το ενδιαφέρον των ανθρώπων από πολύ παλαιά μέχρι και αυτήν ακριβώς την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές και μπορούμε να στοιχηματίσουμε ότι αυτό θα συνεχίσει να συμβαίνει τουλάχιστον για το προβλεπτό μέλλον.
Η ανησυχία των ανθρώπων σχετικά με τον Θεό τροφοδοτείται από δύο πηγές. Από τον ισχυρισμό κάποιων ότι ο Θεός ανακατεύεται στην ιστορία των ανθρώπων και μιλά και φανερώνει τα του εαυτού του αλλά επίσης και από το γεγονός ότι η ανθρώπινη σκέψη εξελίσσεται καθώς η ανθρωπότητα συσσωρεύει διαρκώς νέες γνώσεις. Έτσι εκεί που πάει το θέμα να κλείσει κάτι συμβαίνει, μια επιστημονική ανακάλυψη, ένα ιστορικό γεγονός και ανοίγει ξανά. Σήμερα και πάλι είναι ανοικτό. Ανοικτό αλλά με διαφορετικό, νέο τρόπο.
Χονδρικά το πράγμα έχει ως εξής: είναι ξεκάθαρο ότι δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς τον Θεό. Θέλετε γιατί ο εγκέφαλός μας είναι έτσι καλωδιωμένος, θέλετε γιατί μας έχει καταδικάσει σε αυτήν την αναζήτηση-ανάγκη η εξέλιξη, θέλετε γιατί ο Θεός μας έπλασε έτσι ώστε να τον αναζητούμε, για όποιον λόγο εν πάση περιπτώσει προτιμάτε, η ανάγκη του Θεού είναι κάτι παραπάνω από ζωντανή. Υπάρχει όμως μια δυσκολία που δεν μας αφήνει να ησυχάσουμε. Σήμερα, όλες οι μεγάλες αφηγήσεις του παρελθόντος για τον Θεό φαίνονται ανεπαρκείς, όλες οι παραδοσιακές θρησκείες βρίσκονται σε φάση οπισθοχώρησης. Ακόμα και εκεί που φαίνεται ότι τα πράγματα ακολουθούν διαφορετική πορεία, μιλώ για το Ισλάμ, μια προσεκτικότερη παρατήρηση αποκαλύπτει ότι το Ισλάμ φαίνεται να αναπτύσσεται περισσότερο σαν μια πολιτική αλήθεια παρά σαν μια θρησκευτική πραγματικότητα. Σε κάθε όμως περίπτωση, για εμάς, τους δυτικούς εμφανίζεται ελάχιστα ελκυστικό.
Το ανθρώπινο είδος είναι πολύ παράξενο είδος και αυτή η παραξενιά του εκδηλώνεται με την αγάπη του παράξενου, του εξωτικού, του απίθανου ή του απίστευτου. Έτσι οι μεγάλες αφηγήσεις φαντάζουν στα μάτια των πολλών ως απίθανες, παράξενες και απίστευτες, επομένως για μερικούς είναι άκρως ελκυστικές. Διατηρούν λοιπόν ακόμα οπαδούς και πιστούς, προκαλώντας την απορία και την αμηχανία των υπολοίπων που δεν είναι πρόθυμοι να πιστέψουν στα απίστευτα. Αυτό το παράδοξο έχει προσελκύσει το ενδιαφέρων πολλών επιστημόνων διαφόρων κλάδων και η έρευνα πάνω στα θέματα της θρησκείας είναι εκτενής, όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς ψάχνοντας λίγο την σχετική βιβλιογραφία.
Στο προηγούμενο βιβλίο μου, το Σοκ και Δέος, υποσχέθηκα να μιλήσω και εγώ για το θέμα αυτό. Φυσικά αυτό το έκανα και το κάνω γιατί πιστεύω ότι έχω να πω κάτι διαφορετικό από τα συνήθη, κάτι που ξεφεύγει από την πεπατημένη. Αυτή η αισιοδοξία μου βασίζεται σε δύο σκέλη. Αφενός μεν σε …εμένα, αλλά αφετέρου και στον Θεό! Δηλαδή στην ιδιαίτερη προσωπική σχέση μου με τον Θεό και στα δικά μου ερμηνευτικά, λογικά και επιστημονικά εργαλεία που ανέπτυξα στην προσπάθειά μου να εξηγήσω και να ερμηνεύσω αυτήν την σχέση. Τον πυρήνα των εργαλείων αυτών, καθώς και την λογική, θεολογική και επιστημονική τεκμηρίωσή τους την παρουσίασα στο βιβλίο μου Η Υπόθεση των Λογικών Κβάντων, όπου και άφησα κάποιους υπαινιγμούς για τις πιθανές της χρήσεις.
Για αυτήν όμως την σχέση δεν έχω μιλήσει καθόλου μέχρι τώρα, αλλά είμαι υποχρεωμένος να το κάνω τώρα γιατί μόνο έτσι μπορεί να γίνει κατανοητό το καινούργιο που έχω να προσθέσω στην ήδη εκτεταμένη σχετική βιβλιογραφία. Είμαι λοιπόν υποχρεωμένος να μιλήσω λίγο αυτοβιογραφικά, όχι για να συμπληρωθεί το βιογραφικό μου, που άκρες μέσες ήδη το έχω συμπληρώσει, αλλά να φωτισθεί το τι έχω στο μυαλό μου και τι εννοώ με την ανάλυση και την σύνθεση που θα παρουσιάσω στο βιβλίο αυτό.
Θα μιλήσω για πράγματα που είναι για τους πολλούς απίστευτα, αλλά όπως και τις άλλες φορές που γράφω, δεν αποσκοπώ να υποχρεώσω τους αναγνώστες να πεισθούν. Θα διη-γηθώ αυτό που έχω, αυτό που ξέρω και εναπόκειται στην κρίση του αναγνώστη να δεχθεί ή να απορρίψει τα λεγόμενά μου.
(Συνεχίζεται...)