Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ανομία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ανομία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 17 Μαΐου 2009

Ο Ύπνος του Μεσημεριού

Χθες πήγα για την πρώτη φετινή βουτιά. Αυτόνομη κατάδυση με μπουκάλες. Η βουτιά υπέροχη, αλλά διαδοχικά λάθη του καπετάνιου και ο …δαίμων της θάλασσας την γαρνίρισαν με αρκετή ταλαιπωρία. Γύρισα αργά το μεσημέρι σπίτι εξουθενωμένος με απόλυτη ανάγκη για λίγο ύπνο.

Αμ δε! Μόλις κλείνω τα μάτια, γυναικείες στριγκλιές, παιδικά ουρλιαχτά και ανδρικά χαχανητά μου κάνουν πόλεμο νεύρων. Δεν χρειάζεται να μιλήσω για τον λαχταριστό ύπνο, αυτός έγινε όνειρο ανοιξιάτικου μεσημεριού.

Η γειτονιά μου, μου αρέσει πάρα πολύ. Ένας λόγος είναι το πράσινο και η απόσταση που χωρίζει τις οικοδομές μεταξύ τους. Ξέρω τους δράστες, αλλά δεν τους έχω δει ποτέ! Μας χωρίζει μια σειρά από δένδρα και …μια τέντα. Όμως μέσα στην ησυχία του σαββατιάτικου μεσημεριού, τίποτα δεν μπορεί να εμποδίσει την εισβολή των χαχανητών στα ταλαίπωρα αυτιά μου. Ούτε διπλά τζάμια ούτε ηχομόνωση ούτε τίποτα άλλο…

Όλο το μυστικό είναι να μην θυμώσεις, η αν θυμώσεις να θυμώσεις για τα καλά και να φωνάξεις την αστυνομία. Αφού δεν μπορώ να το κάνω αυτό καλύτερα να μην θυμώσω. Ωραία δεν θυμώνω, αλλά αφού δεν κοιμάμαι …σκέπτομαι. Αυτοί οι άνθρωποι είναι μόνιμη πηγή φασαρίας σε μια ήσυχη κατά τα άλλα γειτονιά. Τι σόι άνθρωποι είναι αυτοί; πως είναι τόσο ανάγωγοι, πως είναι τόσο απολίτιστοι; Και τότε θυμήθηκα …την τέντα!

Από το μπαλκόνι μου μας χωρίζουν τα δένδρα, από τον δρόμο όμως η τέντα. Ξέρετε αυτές οι τέντες που είναι τόσο συνήθεις στην Αθήνα. Μονίμως κατεβασμένες όσο πιο χαμηλά γίνεται στις βεράντες των σπιτιών. Και αμέσως βρήκα την απάντηση. Για τους ανθρώπους αυτούς, απλά εμείς οι Άλλοι, δεν υπάρχουμε. Αυτοί οι άνθρωποι είναι γνήσιοι Έλληνες, σαν όλους αυτούς τους συμπολίτες μας που οδηγούν, μιλούν, πολιτεύονται, σκέπτονται ή ακόμα και γράφουν εργασίες και βιβλία, σαν να μην υπάρχουν Άλλοι. Και δεν εννοώ ξένους, όχι δεν υπάρχει κανείς εκτός από τον εαυτό τους ή έστω μερικούς δικούς τους.

Με διάφορους τρόπους, μεθόδους και τεχνάσματα βγάζουν από το οπτικό τους πεδίο όλους όσοι δεν είναι δικοί τους. Οι άνθρωποι αυτοί, όπως και τόσοι άλλοι συμπολίτες μας που με την συμπεριφορά τους ταλαιπωρούν όλους τους άλλους, δεν είναι ούτε ανάγωγοι, ούτε απολίτιστοι, απλά έχουν εκπαιδευτεί να μπορούν να αγνοούν, κατά βούληση και κατά περίπτωση, τους Άλλους, όποιοι και να είναι αυτοί.

Πως θα μπορούσε να γίνει αλλιώς, παρά μόνο εφόσον εμείς οι Έλληνες είμαστε φορείς ενός πολιτισμού που επιβιώνει εν πολλοίς στον χώρο της φαντασίας; Πως μπορεί να γίνει αλλιώς όταν ο άλλος διαψεύδει την περί του εαυτού μας ιδεατή εικόνα; Λέτε μια τέτοια γενικευμένη συμπεριφορά να μην έχει πολιτιστικές ρίζες;

Και ακολουθούν πιο σκληρά ερωτήματα, αλλά αυτά με άλλη αφορμή.

Δευτέρα 4 Μαΐου 2009

Οδός Αναστάσεως ΙΙ

Τσιγάρο δεν έβαλα ποτέ στο στόμα μου και η τσιγαρίλα μου φαίνεται αηδιαστική, όμως δεν είναι λίγες οι φορές που η μυρωδιά του τσιγάρου μου αρέσει. Έτσι μου άρεσε η μυρουδιά του τσιγάρου που αισθάνθηκα ανεβαίνοντας τις σκάλες του μετρό. Δεν μου ήρθε η επιθυμία να κάνω παρατήρηση ή και …να επιτεθώ στον άγνωστό μου γιατί με ενόχλησε. Όχι, ο “βέβηλος” δεν με ενόχλησε αλλά με …τσαλαπάτισε!

Το μετρό δεν είναι ένα απλό μέσο μεταφοράς. Το μετρό στην Αθήνα είναι ένα σύμβολο, είναι μια από τις υψηλότερες αξίες της ελληνικής κοινωνίας. Δεν είναι απλώς μια άψογη τεχνική κατασκευή. Είναι ένα από τα ελάχιστα μέρη της ελληνικής κοινωνίας και ελληνικής πραγματικότητας που είναι αυτό που λέει ότι είναι. Είναι ένα μέρος όπου τα πράγματα είναι όπως (υποτίθεται ότι) πρέπει να είναι. Όλα λειτουργούν άψογα και οι έλληνες μέσα σε αυτό συμπεριφέρονται με τρόπο που δεν συναντάς έξω από αυτό. Το μετρό είναι μια απόδειξη ότι εμείς οι Έλληνες, μπορούμε καλύτερα.

Ανάβοντας το τσιγάρο ο “βέβηλος” τσαλαπατά αυτό το σύμβολο, συντρίβει αυτήν την αξία, φτύνει κατάμουτρα την ελληνική κοινωνία, είτε είναι Έλληνας είτε όχι. Και αυτήν την κοινωνία την αντιπροσωπεύαμε οι άλλοι και εγώ που ανεβαίναμε όλοι μαζί την σκάλα. Και όλοι μας υποταχθήκαμε είτε το καταλαβαίναμε είτε όχι στην εισβολή του βάρβαρου. Δεν ξέρω τι αισθάνθηκαν οι άλλοι αλλά εγώ αισθάνθηκα σαν κάτοικος της Ανδριανούπολης την ώρα που εισέβαλαν σε αυτήν οι Βούλγαροι κατά τον 10ον αιώνα! Και υποστήκαμε αυτόν τον εξευτελισμό σαν να μην συνέβαινε τίποτα. Για μένα αυτό ήταν όντως πολύ. Το μπουκάλι στον δρόμο και το τσιγάρο στο λεωφορείο ήταν δύο ακόμα κερασάκια στην τούρτα.

Δυστυχώς όμως για μένα, η σκέψη μου δεν σταματά απλώς στην καταγραφή ή την διαπίστωση των γεγονότων. Τα σκέπτομαι και προχωράω πέρα από αυτά. Το ερώτημα δεν είναι γιατί να υπάρχουν “βέβηλοι” ή “βάρβαροι”, πάντα υπήρχαν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Δεν θέλω να μπω στην διαδικασία να τους ψυχολογήσω ή να τους αξιολογήσω, να τους δικαιολογήσω ή να τους κατακρίνω. Το ερώτημα είναι πως αντιδρά η ελληνική κοινωνία απέναντί τους. Ε λοιπόν αυτό το περιστατικό εμένα μου θύμισε με τον ποιο έντονο και χειροπιαστό τρόπο τον προαιώνιο τρόπο με τον οποίο αντιδρά η ελληνική …ψυχή απέναντι στα προβλήματα που θέτει η ζωή.

Είτε πρόκειται για την εμμονή των ελλήνων του μεσαίωνα να ονομάζονται ρωμαίοι πολίτες, πολίτες ενός κράτους που είχε χαθεί προ αιώνων, είτε για τον προϋπολογισμό του 2008 που προέβλεπε έλλειμμα 1,6% και αυτό για την ώρα υπολογίζεται μεγαλύτερο του 5% με τάση να φθάσει ακόμα και το 8%, είτε για τον τρόπο που οι εκκλησιαστικοί αντιμετωπίζουν τα ερωτήματα που θέτω στο Σοκ και Δέος είτε για τον τρόπο με τον οποίο δεν αστυνομεύεται το μετρό, οπότε ωθούμαι προς την αυτοδικία, όλα αυτά και άπειρα άλλα φανερώνουν το γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία τρέπεται εις άτακτον φυγή μπροστά στην πραγματικότητα της ζωής, κάθε φορά που η συμμετοχή σε αυτήν κοστίζει.

Ανηφορίζοντας την οδό Αναστάσεως, αφού έβρισα …την άτιμη κοινωνία, αφού ευχήθηκα να είχα γεννηθεί αλλού, έσκυψα το κεφάλι και υποτάχθηκα στην μοίρα μου…

Πλην όμως δεν μου πάει καθόλου η υποταγή. Η ζωή θα φέρει πολλές ευκαιρίες για να επανέλθω στο θέμα, να γίνω και εγώ …αντιστασιακός!

Αρσένιος Μέσκος

Παρασκευή 1 Μαΐου 2009

Στην οδό Αναστάσεως Ι


Κυριακή βράδυ και επιστρέφω με το μετρό σπίτι μου. Στην Εθνική Άμυνα, ανεβαίνω με τις κυλιόμενες σκάλες προς την επιφάνεια. Ξαφνικά αισθάνομαι την μυρωδιά καπνού. Κάποιος καπνίζει μέσα στον χώρο του μετρό, ένα από τους ελάχιστους “ιερούς” χώρους όπου ο έλληνας αισθάνεται πολίτης σύγχρονης χώρας. Βεβήλωση! Κοιτώ και βλέπω δύο μέτρα μπροστά μου τις πλάτες κάποιου να καπνίζει του καλού καιρού. Ένας νεαρός άνδρας γύρω στα 30, θα μπορούσε να ήταν και έλληνας αλλά και αλλοδαπός. Πάντως δεν φορούσε ρούχα κυριακάτικης εξόδου. Συνήθως το γονίδιο του θυμού σε εμένα είναι απενεργοποιημένο, αισθάνθηκα όμως ότι, αν δεν ήταν, θα ήθελα να τον κάνω παρατήρηση και να …τον πλακώσω στο ξύλο.


Δεν έχει όμως περάσει πολύς καιρός αφότου υπέδειξα σε κάποιον με διακριτική χειρονομία ότι δεν πρέπει να κλείνει την αριστερή λωρίδα του αυτοκινητοδρόμου με αποτέλεσμα να με ακολουθεί όσο μπόρεσε χειρονομώντας, βρίζοντας και απειλώντας με! Έκτοτε αποφάσισα ότι εφόσον μάλλον θα ήθελα να …γεράσω, κομμένες οι παρατηρήσεις. Σε κλάσματα λοιπόν του δευτερολέπτου υποτάχθηκα στην μοίρα μου και ξέχασα τον “βέβηλο”.


Στην επιφάνεια τώρα περπατώ και ξαφνικά ακούω ήχο πλαστικού αντικειμένου να κατρακυλά πάνω στο πεζοδρόμιο, κοιτώ και βλέπω στα πόδια μου ένα πλαστικό μπουκάλι στον δρόμο, λίγα μέτρα από τον παρακείμενο κάδο απορριμμάτων. Σηκώνω το κεφάλι και βλέπω ότι η πηγή της μόλυνσης είναι ό ίδιος “βέβηλος”. Αντιδρώ πιο στωικά καθώς θυμήθηκα ότι μόλις την προηγουμένη κάποιος, οπωσδήποτε Έλληνας, στην Αγίου Ιωάννου (ο κεντρικός δρόμος της Αγίας Παρασκευής) πέταξε το κουτί από τα τσιγάρα πάλι στα πόδια μου, αλλά ακριβώς μπροστά στον κάδο με τα σκουπίδια!


Συνεχίζω πνιγμένος στις σκέψεις μου και νάσου που βλέπω τον “βέβηλο” να μπαίνει σε ένα λεωφορείο με αναμμένο τσιγάρο, ξέρετε πως φαίνεται αυτό μες στο σκοτάδι, και σε λίγο να το πετά στο δάπεδο του λεωφορείου. Τότε τάπαιξα και άρχισα να αναθεματίζω την ώρα που γεννήθηκα στην χώρα αυτή. Χρειάστηκε ώρα για αν ακουστεί η φωνή στο πίσω μέρος του μυαλού: Και αν είχες γεννηθεί στην Τουρκία, για να μην πω ανατολικότερα; Μόλις αυτή η φωνή έγινε ακουστή, μαζεύτηκα, πήρα πίσω τους αναθεματισμούς και συνέχισα να πορεύομαι σκεπτικός την ανοδική πορεία επί της οδούς Αναστάσεως προς το σημείο συνάντησης με το αυτοκίνητό μου με συνοδεία τις σκέψεις που με κάνουν να αισθάνομαι ευτυχής που δεν έχω απογόνους…


Όμως γι’ αυτές θα μιλήσω στην επόμενη ανάρτηση.